Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2018

«Ξαναζούν» τον φόνο του παιδιού τους. Ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου έξω από μπαρ στη Ζάκυνθο

Πριν από χρόνια έχασαν τον μεγάλο τους γιο από πυροβολισμούς στο Τέξας. Πέρυσι, ο δευτερότοκος Μπακάρι, ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου έξω από μπαρ στη Ζάκυνθο. Νωρίτερα, μιλούσε με μια κοπέλα, ένας γνωστός της οποίας είπε «το μαγαζί είναι γεμάτο Σέρβους, εσύ τι λες με έναν μαύρο;». Οι γονείς του θύματος βρίσκονται στην Ελλάδα για τη δίκη, εννέα οι κατηγορούμενοι, το κουβάρι ξετυλίγεται, η «Κ» παρουσιάζει νέα στοιχεία. 
O Φιλ και η Τζιλ Χέντερσον, οι γονείς του Μπακάρι, του 22χρονου Αμερικανού που δολοφονήθηκε πέρυσι το καλοκαίρι στη Ζάκυνθο, έφτασαν νωρίς την Παρασκευή στο δικαστήριο της Πάτρας. Μαζί τους, τέσσερις συγγενείς, ένα ζευγάρι φίλων και οι δικηγόροι τους, Έλληνες και Αμερικανοί. Ήξεραν πως θα είναι μια πολύ δύσκολη μέρα για εκείνους. Θα έπρεπε να αντικρίσουν τους κατηγορούμενους στη δολοφονία του γιου τους, να ακούσουν ξανά το τι συνέβη εκείνο το βράδυ. Ήταν προετοιμασμένοι πως η πλευρά τής υπεράσπισης θα προσπαθούσε να δικαιολογήσει τους κατηγορούμενους, να ισχυριστούν πως ο Μπακάρι είχε προκαλέσει, πως εκείνοι απλά αμύνονταν.
                  
Τις τελευταίες ημέρες, λόγω της προετοιμασίας για τη δίκη, κάποιες από τις πιο δύσκολες στιγμές εκείνων των ημερών, έρχονταν ξανά και ξανά στο μυαλό τους. Για τον Φιλ, ήταν το υλικό από τις κάμερες που δείχνει τη δολοφονική επίθεση. Η μητέρα του όλο αυτό το διάστημα δεν μπορούσε καν να το δει. Το απόγευμα πριν από τη δίκη, σε ένα τελευταίο ραντεβού με τους δικηγόρους το είδε για πρώτη φορά. Ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή.
Η τελευταία φορά που είχαν μιλήσει στον γιο τους ήταν την ημέρα πριν από τη δολοφονία. Ο Φιλ είχε τα γενέθλιά του και o Μπακάρι τον είχε πάρει για ευχές. Τους είπε τα νέα τους και λίγη ώρα αφού έκλεισαν τους έστειλε ένα βίντεο από το Ναυάγιο στη Ζάκυνθο.
Έπαιζε ποδόσφαιρο και γελούσε, έβλεπαν πως είναι χαρούμενος. Και εκείνοι ήταν χαρούμενοι και περήφανοι γι’ αυτόν. Eίχε μόλις αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο και ξεκινούσε γεμάτος κέφι το επόμενο κεφάλαιο της ζωής του. Στην Ελλάδα είχε φέρει μερικά από τα ρούχα που είχε σχεδιάσει και με τον «κολλητό» του που είχε καταγωγή από το νησί είχαν μπει στο αυτοκίνητο και έψαχναν τα σημεία όπου θα τα φωτογράφιζε για έναν προωθητικό κατάλογο.

Το επόμενο βράδυ, ο Μπακάρι μαζί με δύο από τους τρεις της παρέας έφυγαν από το ξενοδοχείο τους αργά. Είχαν ήδη πιει μερικά ποτά πριν καταλήξουν τυχαία στο μπαρ όπου αργότερα θα ξεκινούσε ο καβγάς. Αφού παρήγγειλαν κατάλαβαν πως σύχναζαν εκεί κυρίως Σέρβοι, αλλά δεν τους έκανε κάποια εντύπωση. Πήραν από μία μπίρα και έκατσαν σε ένα από τα ψηλά τραπέζια. Ακριβώς δίπλα τους βρισκόταν η Ντανίτσα, μια 20χρονη Σέρβα που έκανε δημόσιες σχέσεις για το μαγαζί. Επιασε συζήτηση με τον Μπακάρι και τους δύο φίλους του.
Η αρχή του κακού
Κάποια στιγμή ένας Σέρβος που καθόταν κοντά τους γύρισε και της είπε ενοχλημένος, «το μαγαζί είναι γεμάτο Σέρβους, γιατί μιλάς με έναν μαύρο;». Εκείνη τον αγνόησε. Με ένα κινητό ξεκίνησαν να βγάζουν σέλφι-βίντεο.
Στο καρέ που έχει στη διάθεσή της η «Κ» φαίνεται η κοπέλα να χαμογελάει, το ίδιο και ο Μπακάρι που οριακά είναι στο κάδρο. Όσο η παρέα διασκέδαζε, ο Σέρβος που είχε κάνει αρχικά την παρατήρηση στην κοπέλα, ρίχνει ένα ποτήρι με νερό προς το μέρος της. Ο Μπακάρι προσπαθεί να την υπερασπιστεί λέγοντάς του κάτι αλλά εκείνος τον χτυπάει στο πρόσωπο. Ο Μπακάρι για λίγα δευτερόλεπτα δεν αντιδρά, παίρνει όμως ένα μπουκάλι μπίρας το σπάει στο κεφάλι του και του ρίχνει δύο μπουνιές. Η κοπέλα προσπαθεί να τους χωρίσει και κατά λάθος τραυματίζεται. Ο πορτιέρης του μαγαζιού, επίσης Σέρβος, μαζί με μερικούς ακόμα άνδρες τρέχουν προς το σημείο. Ο Μπακάρι προσπαθώντας να ξεφύγει φαίνεται να τους ρίχνει ένα τασάκι. Σύμφωνα με τους κατηγορούμενους τους φώναζε προκλητικά «ελάτε, ελάτε».

Ο πορτιέρης ζήτησε κάτι από τον Ελληνα ιδιοκτήτη του μαγαζιού – στις αρχικές καταθέσεις ισχυρίστηκαν πως ήταν τα κλειδιά από τη μηχανή «για να τον προλάβει». Στο βούλευμα, όμως, έχουν καταλήξει πως του είχε ζητήσει μια σιδερογροθιά – το «καλό» του χέρι ήταν σε γύψο. Τριάντα μέτρα πιο κάτω, ο Ελληνας κατηγορούμενος φαίνεται να τον εγκλωβίζει.
«Ηθελα να του δώσω μερικές φάπες γι’ αυτό που είχε κάνει μέσα στο μαγαζί», θα προσπαθήσει να εξηγήσει στην κατάθεσή του.
Από το μπαρ καταφτάνουν άλλα εννέα άτομα. Κάποιοι από αυτούς δεν ξέρουν καν πώς έχει ξεκινήσει ο αρχικός καβγάς, παρ’ όλα αυτά τον χτυπούν.
Καρέ από κάμερα ασφαλείας που κατέγραψε το φόνο του Μπακάρι.
Ο τραγικός επίλογος
Όσο εξελίσσεται η επίθεση κανείς δεν φωνάζει την αστυνομία. Το πρώτο τηλεφώνημα γίνεται στις 03.18. «Υπάρχει ένα άτομο που δεν αναπνέει» θα πουν στον νοσηλευτή που απάντησε. Ερχεται ασθενοφόρο αλλά είναι αργά. Oι φίλοι του σοκαρισμένοι πάνε στο νοσοκομείο και εκεί τους ανακοινώνουν πως ο Μπακάρι έχει πεθάνει.
Πίσω στο Τέξας ο πατέρας του ξυπνάει και βλέπει μια αναπάντητη κλήση. Ψάχνει το νούμερο και όταν βλέπει πως ήταν από την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα, «παγώνει». Οσο περιμένει να τον συνδέσουν, προσεύχεται πως δεν είναι κάτι σοβαρό – μια γυναίκα του λέει τι είχε συμβεί. Για 30 λεπτά εκείνο το πρωί τη ρωτάει ξανά και ξανά μην μπορώντας να πιστέψει.
Τους επόμενους μήνες προσπάθησαν πολύ να είναι δυνατοί, κυρίως για τα άλλα δυο τους παιδιά. Δεν είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά που έχουν ζήσει μια τέτοια οικογενειακή τραγωδία. Πριν από 10 χρόνια είχαν χάσει τον μεγάλο τους γιο από πυροβολισμούς στην πόλη τους.
Η μεγάλη δοκιμασία
Η οικογένεια μπήκε στη μικρή αίθουσα του δικαστικού μεγάρου στην Πάτρα. Μέχρι να ξεκινήσει η δίκη παρέμειναν σιωπηλοί. Από τους εννιά κατηγορούμενους παρουσιάστηκαν μόνο οι έξι. Ντυμένοι οι τρεις με κουστούμια και οι υπόλοιποι με πουκάμισα έκατσαν και εκείνοι σιωπηλοί. Οι δύο που είχαν αφεθεί ελεύθεροι δεν παρουσιάστηκαν και θα δικαστούν ερήμην.

Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η διεύθυνση που είχαν δώσει στην αστυνομία μεταφράζεται «δρόμος χωρίς όνομα και αριθμό». «Είναι φυσικό» είπε η δικηγόρος τους στην «Κ». «Μένουν σε ένα χωριό που δεν έχει ονόματα». Εκείνη επικοινωνεί κανονικά μαζί τους. Ο έβδομος κατηγορούμενος αρνήθηκε να παραστεί, καθώς όπως εξήγησε ο δικηγόρος του δεν διαβάζει σερβικά (έχει σερβική καταγωγή αλλά βρετανική υπηκοότητα) και δεν μπορούσε να λάβει γνώση της δικογραφίας. Ζήτησε αναβολή γι’ αυτόν τον λόγο η οποία δεν έγινε δεκτή.
Η οικογένεια του Μπακάρι με τον δικηγόρο τους στην Ελλάδα.
Στη δίκη δεν ήρθαν επίσης 7 από τους 24 μάρτυρες. Μέσα σε αυτούς που απουσίαζαν και η Ντανίτσα, αλλά και ο φίλος του Μπακάρι που βρισκόταν μαζί του στο μπαρ. «Είναι πολύ φοβισμένος» εξήγησαν στην «Κ» οι γονείς του Μπακάρι, «φοβάται ακόμη και για την ασφάλειά του στην Ελλάδα».
Οι άλλοι δύο μάρτυρες, από την παρέα του Μπακάρι ήταν εκεί. Δυσκολεύθηκαν, όμως, να πάρουν άδεια από τη δουλειά τους και με αγωνία περίμεναν να μάθουν πότε θα συνεδριάσει ξανά το δικαστήριο. Με το εισιτήριο της επιστροφής τους για την επόμενη Τρίτη πανικοβλήθηκαν όταν άκουσαν πως η επόμενη συνεδρίαση ορίστηκε για την Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου. Και οι δύο θα προσπαθήσουν τώρα να παρατείνουν τη διαμονή τους.
Η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο. Δικηγόροι (τουλάχιστον 20), δημοσιογράφοι, οι μάρτυρες και οι οικογένειες των κατηγορουμένων από τη Σερβία αλλά και από τη Ζάκυνθο για τον Έλληνα κατηγορούμενο.
«Περιμένουμε να τελειώσει η δίκη για να επιστρέψει σπίτι» είπε στην «Κ» η γιαγιά του. «Δεν νιώθει τύψεις γιατί απλά δεν έκανε τίποτα». Ισχυρίζεται πως ο τεχνικός σύμβουλος της οικογένειας έχει αναλύσει το βίντεο και θα αποδείξουν στο δικαστήριο πως ο εγγονός της δεν είχε συμμετοχή στη δολοφονία. Το ίδιο υποστήριξαν ουσιαστικά όλοι οι δικηγόροι στις πρώτες τους τοποθετήσεις.
Η πλευρά του Χέντερσον, κράτησε χαμηλούς τόνους και έκανε αίτηση για να προβληθεί το υλικό από τις κάμερες ασφαλείας. Εκεί, έχει καταγραφεί καρέ καρέ η δολοφονική επίθεση και κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει αυτό που δείχνει η εικόνα: πως ο Μπακάρι πεσμένος στην άσφαλτο, ανήμπορος, δέχεται από δέκα διαφορετικά άτομα 33 χτυπήματα.

www.kathimerini.gr