Που ήσουνα όταν σερνόμουν στα πατώματα, θα μου πεις;
Που ήσουν όταν ούρλιαζα απ’ τον πόνο μου, θα μου πεις;
Που ήσουν όταν σε χρειάστηκα πραγματικά , θα μου πεις;
Ήσουν ντυμένος πάντα με το παραμύθι σου, αυτό που δεν έχει δράκους, ούτε μονόκερους, ούτε νεράιδες, ούτε αερικά.
Δεν φαντάστηκες ότι το αερικό δίπλα σου πολεμάει να μείνει δίπλα σου, πολεμάει να καταλάβει γιατί δεν νιώθει, γιατί άλλαξαν όλα, γιατί δεν βλέπεις ποια είναι. Εγώ σε γνώρισα ένα φοβισμένο αγόpι και σε βοήθησα να γίνεις ένας άντρας με Α κεφαλαίο.
Δεν σ’ αγάπησα γι αυτό που ήσουνα μόνο, αλλά και γι αυτό που θα μπορούσες να γίνεις, γι αυτό που έγινες στην διαδρομή, γι αυτό που εξελίχθηκες, γι αυτό που εγώ σε βοήθησα να γίνεις.
Κι εσύ, που ήσουν εσύ;
Όταν σε χρειάστηκα πραγματικά, με πέταξες, σαν την ψείρα απ’ το γάλα, σαν το σκουπιδάκι απ’ το πέτο σου.
Γιατί ο άνθρωπος που αγαπάει πραγματικά δεν αφήνει τον άνθρωπό του στα δύσκολα, μένει κολόνα δίπλα του και πολεμάει για την αγάπη του,για την ζωή του.
Στα εύκολα είναι όλοι καλοί, στα δύσκολα όμως;
Κι εσύ ήσουνα εύκολο θύμα, ναι θύμα, γιατί έπεσες στην παγίδα σου, στην ευκολία σου, στην ζωούλα σου, έτσι όπως την ήθελες όμως εσύ.
Δεν φαντάστηκες, δεν μπόρεσες να καταλάβεις ότι εγώ τρομάζω με την ευκολία, με την ρουτίνα, με την βαρεμάρα.
Δεν μπόρεσες ποτέ να δεις μέσα απ’ τα μάτια μου, δεν μπόρεσες να ακούσεις τον ήχο της φωνής μου, αυτήν που σου φώναζε, αυτήν που σου ούρλιαζε γιατί δεν την αγάπησες πραγματικά.
Και λες ότι μ’ αγάπησες, ότι με πόνεσες.
Δεν σε πιστεύω, γιατί μ’ άφησες στα δύσκολα, μόνη μου, χωρίς υποστήριξη, χωρίς αγάπη.
Γιατί τον άνθρωπο που αγαπάς δεν τον αφήνεις ποτέ σου στα δύσκολα!
Γράφει η Ηρώ Αναστασίου
πηγή: loveletters.gr