Τα ιερακόμορφα πτηνά ζητούν την προστασία μας. Απειλούνται απ’ την ανθρώπινη παρέμβαση. Στην Αιτ/ναι οι 2 απ’ τις 4 αποικίες της χώρας!
Τα όρνια του Αρακύνθου και των Ακαρνανικών ανήκουν σε ένα από τα τέσσερα είδη γυπών που ζουν στην Ευρώπη. Είναι μεγαλόσωμα νεκροφάγα αρπακτικά, ο πληθυσμός των οποίων έχει μειωθεί δραματικά. Η Άμεση Επέμβαση για την Προστασία της Άγριας Φύσης» σε έρευνά της, με επιστημονικό υπεύθυνο τον Γ. Ρουσόπουλο, κατέγραψε λεπτομερώς τις συνθήκες διαβίωσης και αναπαραγωγής των όρνεων, όπως και τα προβλήματα, τις απειλές και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν. Το agrinioreport.com επικοινώνησε με τον περιβαλλοντολόγο-ορνιθολόγο κ. Γ. Ρουσόπουλο και παρουσιάζει αναλυτικά όλα όσα οι κάτοικοι της Αιτωλοακαρανίας οφείλουμε να γνωρίζουμε, για να διασώσουμε τον πλούτο της περιβαλλοντικής μας κληρονομιάς:
Όχι πολλά χρόνια πριν, τα όρνια ήταν κοινά πουλιά στην ορεινή ηπειρωτική χώρα και σε ορισμένα νησιά. Σήμερα η κατανομή τους έχει περιοριστεί στην Κρήτη και στη Δαδιά του Έβρου, όπου διατηρούνται υγιείς πληθυσμοί. Στην Αιτ/νία τα όρνια αυτά μπορούσε κανείς να τα συναντήσει σε αρκετές περιοχές. Στο όρος Βελούτσα στον Αστακό τα όρνια εξαφανίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Στον βόρειο Βάλτο το 1995 είχαν παρατηρηθεί 15 άτομα, το 2003 εκτιμήθηκε ότι φώλιασαν μόλις δύο ζευγάρια. Τα τελευταία χρόνια, όμως, δεν παρατηρήθηκε ούτε ένα.
Στην περιοχή της Κανάλας Βάλτου – Εμπεσού, τα πουλιά εξαφανίστηκαν το 1996. Στο νησί Οξειά, στο νότιο τμήμα των Εχινάδων νήσων στις εκβολές του Αχελώου, δεν βρέθηκε κανένα πουλί και οι κτηνοτρόφοι που ρωτήθηκαν απάντησαν ότι έχουν να δουν όρνιο περίπου 15 χρόνια. Στα Ακαρνανικά όρη στην περιοχή της Παλαίρου, σήμερα υπάρχει υγιής αποικία. Συμφώνα με τον κ. Ρουσόπουλο, τα εκεί διαχειμάζοντα πτηνά φτάνουν τα 35 άτομα, ενώ τα φωλεάζοντα μετριούνται σε 4-5 ζευγάρια. Η αποικία αυτή των Ακαρνανικών βουνών μαζί με την αποικία του Αρακύνθου, η οποία απαριθμεί επίσης 17άτομα, 3 ζευγάρια που φωλιάζουν μόνιμα, είναι σήμερα οι μόνες βιώσιμες αποικίες στη Δυτική Ελλάδα. Και πρέπει να προστατευτούν.
Ανθρώπινη παρέμβαση και απειλές
Η διαπιστωμένη τάση αργής, αλλά σταθερής μείωσης του πληθυσμού των πτηνών, οφείλεται σε συγκεκριμένους παράγοντες που δρουν αρνητικά στη διατήρησή τους. Ο σημαντικότερος έχει να κάνει με τη μείωση της διαθέσιμης τροφής. Κάθε όρνιο για να διατηρήσει τις ημερήσιες μεταβολικές του λειτουργίες χρειάζεται 600 γραμμάρια τροφής. Αν και το ζωικό κεφάλαιο δεν έχει
μειωθεί στην περιοχή μελέτης, εντούτοις η τροφή που αναλογεί στα όρνια τείνει να μειωθεί λόγω αλλαγής των τρόπων άσκησης της κτηνοτροφία. Οι απώλειες στα κοπάδια σήμερα κυμαίνονται στο 8 – 10% ετησίως, ενώ παλαιότερα το ποσοστό αυτό ήταν πολύ πιο υψηλό. Αιτία είναι η τακτική κτηνιατρική παρακολούθησης, οι προληπτικές θεραπείες και οι εμβολιασμοί στα ζώα. Οι γύπες, πάντως, κινούνται σε μεγάλη γεωγραφική ενότητα για να βρουν την τροφή τους. Χαρακτηριστικό είναι πως φτάνουν μέχρι τον Πεταλά.
Άλλος λόγος που θα επιδράσει άμεσα στη μείωση της διαθέσιμης τροφής είναι οι γενικότερες τάσεις εγκατάλειψης του επαγγέλματος του κτηνοτρόφου από τους νέους (κάτω των 25 ετών κανείς σχεδόν δεν θέλει να ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα). Με τα δεδομένα αυτά αναμένεται, στο προσεχές μέλλον, σημαντική τάση μείωσης της ελεύθερης βοσκής, άρα και της διαθέσιμης τροφής, γεγονός ανησυχητικό για το μέλλον της αποικίας.
Ένας τρίτος λόγος μείωσης της διαθέσιμης τροφής είναι ο προσανατολισμός της κτηνοτροφίας σε νέους τρόπους άσκησής της οι οποίοι ευνοούνται με επιδοτούμενα προγράμματα. Οι νέοι αυτοί τρόποι δεν αφορούν την ελεύθερη βόσκηση, ούτε τον παραδοσιακό τρόπο κτηνοτροφίας. Με τους νέους αυτούς τρόπους τα ζώα σταβλίζονται και τα περιθώρια διατροφής των όρνιων με τη νεκρή ζωική βιομάζα μειώνονται.
Άλλοι παράγοντες είναι η ανθρώπινη παρουσία στις περιοχές κουρνιάσματος ή φωλιάσματος, η ύπαρξη και λειτουργία λατομείων, τα ηλεκτροφόρα καλώδια και οι πυλώνες, οι κεραίες τηλεπικοινωνίας που έχουν εγκατασταθεί και η κάθε μορφής και αιτίας αλλοίωση του φυσικού βιότοπου των πτηνών.
Τεράστιο πρόβλημα αποτελεί και η «μόδα» της Αιολικής Ενέργειας, οι ανεμογεννήτριες, δηλαδή, στις περιβαλλοντικές μελέτες των οποίων δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στην ύπαρξη των γυπών….
Η λαθροθηρία έχει ελαχιστοποιηθεί, παραμένει όμως κίνδυνος για τους πληθυσμούς, όπως και η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων σε διάφορες περιοχές που προσεγγίζουν οι γύπες.
Οι αρνητικοί αυτοί παράγοντες που περιγράψαμε μπορούν να λειτουργήσουν αθροιστικά ή και ταυτόχρονα.
Όντας στην κορυφή της τροφικής πυραμίδας τα όρνια δεν έχουν φυσικούς θηρευτές, ούτε μεγάλες απώλειες από φυσικούς παράγοντες. Για το λόγο αυτό ο ρυθμός αναπαραγωγής τους είναι αργός και η δυναμική εξέλιξη ενός πληθυσμού όρνιων γίνεται με αργούς ρυθμούς. Έτσι, οι απώλειες και τα εμπόδια που προκύπτουν στην ανάκαμψή τους προέρχονται ουσιαστικά από τον άνθρωπο, ο οποίος παίζει, με τη συμπεριφορά του, καθοριστικό ρόλο για το μέλλον αυτών των πουλιών.
Τι πρέπει να γίνει
Οι αποικίες που ζουν στην Αιτ/νία, πρέπει να αντιμετωπιστούν όχι ξεκομμένα απ’ τη φύση και το σύνολο των αρπακτικών που υπάρχουν στη χώρα μας, αλλά συνολικά ως έκφραση της βούλησης της πολιτείας, της αυτοδιοίκησης και των τοπικών κοινωνιών να προστατεύσουμε τη φυσική μας κληρονομιά. Επιμέρους δράσεις, ωστόσο, μπορούν και πρέπει άμεσα να εκδηλωθούν. Η πιο πρακτική και αποτελεσματική τέτοια δράση, είναι η δημιουργία σταθερών σημείων σίτισης (ταΐστρες) όπου μπορούν να ρίχνονται τα υπολείμματα των σφαγείων. Με τον τρόπο αυτό οι γύπες θα έχουν εξασφαλισμένη τροφή ή τουλάχιστον μέρος αυτής, ενώ τα σφαγεία απαλλάσσονται απ’ τον βραχνά των κλιβάνων. Αυτό το μέτρο εφαρμόστηκε στο δάσος της Δαδιάς με εξαιρετικά αποτελέσματα.
Θα πρέπει επίσης να δημιουργηθεί, κατόπιν προδιαγραφών, χώρος στον οποίο θα ρίπτονται τα νεκρά, κτηνοτροφικά ζώα, ώστε να καταναλώνονται απ’ τα όρνια. Η στήριξη της παραδοσιακής και η βιολογική κτηνοτροφία, με βασική επιδίωξη τη διατήρηση του ζωικού κεφαλαίου στα παρακείμενα χωριά, είναι βασική παράμετρος για τη διατήρηση των πληθυσμών.
Θα πρέπει ακόμη να τεθούν συγκεκριμένοι κανόνες στις αεραθλητικές δραστηριότητες, να καθοριστούν θέσεις παρατήρησης των πτηνών και ασφαλώς να σταματήσουν οι αυθαιρεσίες σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος. Κυρίως δε, πρέπει να υπάρξει σωστή ενημέρωση του κοινού με διάχυση των πληροφοριών δια μέσου των περιβαλλοντικών κέντρων και τη συνεργασία της Τοπικής και Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, όπως και των φορέων της εκπαίδευσης.
agrinioreport