Το Μονακό ζήτησε από τον Ρώσο ολιγάρχη Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ να εγκαταλείψει το πριγκιπάτο επειδή εξαγόρασε τον γενικό εισαγγελέα και τον υπουργό Δικαιοσύνης.
Αυτό έγινε γνωστό στις 24 Σεπτεμβρίου 2017 στον γαλλικό Τύπο, που εξιστορεί αναλυτικά το λεγόμενο «Μονακό-gate» του μεγιστάνα και ιδιοκτήτη του Σκορπιού. Ο πρίγκιπας Αλβέρτος απέλυσε τον γενικό εισαγγελέα και τον υπουργό Δικαιοσύνης του Μονακό, ενώ ο Ριμπολόβλεφ εγκατέλειψε το πριγκιπάτο και ζει πλέον στο Σαν Φρανσίσκο.
Ακόμη και το γαλλικό περιοδικό Paris Match, το οποίο έκανε διθυραμβικά αφιερώματα στον Ρώσο ολιγάρχη επί σειρά ετών, σε άρθρο-αφιέρωμα τον σφάζει κυριολεκτικά, αποκαλύπτοντας ένα μέρος από το «σκοτεινό παρελθόν» του, όπως γράφει και περιγράφει γλαφυρά το «Μονακό-gate»:
«Το χαβιάρι ξεχειλίζει πάνω σε ένα κομμάτι πάγου, καθαρό σαν κρύσταλλο. Στις 12 Φεβρουαρίου 2015, στο Gstaad, περίπου 12 άτομα περιστοιχίζουν τον ιδιοκτήτη του σπιτιού, τον κοσμηματοπώλη Fawaz Gruosi, ειδικό στα πολύ μεγάλα διαμάντια.
Ανάμεσά τους ο ολιγάρχης Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ, μαζί με την απαραίτητη δικηγόρο του, την αναπόφευκτη Tetiana Bersheda, την επονομαζόμενη και «τσαρίνα». Ωστόσο δύο καλεσμένοι διακρίνονται ανάμεσά τους: ο διοικητής της τράπεζας HSBC του Μονακό και ο Philippe Narmino, ο υπουργός Δικαιοσύνης του πριγκιπάτου. Η παρουσία τους δεν είναι τυχαία. Ολο το βράδυ, ο ολιγάρχης, η τσαρίνα, ο τραπεζίτης και ο υπουργός συζητούν απομονωμένοι σε μια γωνία. Αυτή η συνάντηση είναι το σημείο έναρξης μιας τεράστιας περιπέτειας η οποία αναστάτωσε το Μονακό και κατέληξε στην παραίτηση δύο αξιωματούχων του», αναφέρει το δημοσίευμα.
Ο Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ αγόρασε την ομάδα AS Monaco και την αναδιοργάνωσε σε σημείο που κατόρθωσε να κερδίσει το γαλλικό πρωτάθλημα. Επίσης αγόρασε στην τιμή των 280 εκατομμυρίων ευρώ το ωραιότερο διαμέρισμα του πριγκιπάτου, μια μεζονέτα 1.600 τ.μ. στην κορυφή του κτιρίου Belle Epoque. Εγκατέστησε στο πάνω πάτωμα μια αίθουσα αγορών χρηματιστηρίου, συνδεδεμένη απευθείας με την Τράπεζα HSBC, καθώς και τα γραφεία της επιχείρησής του.
Οι 2 τελευταίοι όροφοι αυτής της κατοικίας αγοράστηκαν και ανακαινίστηκαν:
Στο Μονακό, ο Ριμπολόβλεφ επένδυσε σε εμπορικές εταιρείες, έγινε μέλος του Yacht Club και έδεσε στο λιμάνι το γιοτ του «My Anna» (85 εκατ. ευρώ). Υπήρξε ιδιαίτερα γενναιόδωρος απέναντι στην πριγκιπική οικογένεια του Μονακό και το διατυμπάνισε στα ΜΜΕ… Αλλά δεν κατόρθωσε ποτέ να πάρει το πολύτιμο διαβατήριο του Μονακό, το οποίο κυνηγούσε από τη στιγμή που εγκαταστάθηκε εκεί -έμεινε με την κάρτα διαμονής.
Πώς απέκτησε την αμύθητη περιουσία
Ωστόσο, πρέπει να πούμε ότι το παρελθόν του Dmitry Yevgenyevich Rybolovlev δεν τον ευνοεί. Η περιουσία του Ρώσου ολιγάρχη προέρχεται από την ιδιωτικοποίηση της περιουσίας της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Μετά τις σπουδές ιατρικής και ένα πτυχίο καρδιολογίας, στράφηκε στις πιο επικερδείς δραστηριότητες των επιχειρήσεων.
Το 1992, με κεφάλαια που η προέλευσή τους παραμένει σκοτεινή, αρχίζει να επενδύει με φρενήρεις ρυθμούς στην εταιρεία Uralkali, έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς λιπάσματος παγκοσμίως. Αγοράζει επίσης, σε χαμηλή τιμή, πακέτα μετοχών που κατείχαν οι εργαζόμενοι τη στιγμή της ιδιωτικοποίησης. Αυτή η επίθεση φέρνει αποτελέσματα και 4 χρόνια αργότερα βρίσκεται να κατέχει το 66% των μετοχών της Uralkali και γίνεται γενικός διευθυντής της.
Ωστόσο, αυτή η απότομη άνοδος έχει και την άλλη όψη της, αφού το 1996 ο νεαρός ολιγάρχης συλλαμβάνεται με την κατηγορία ότι ήταν ο εγκέφαλος της δολοφονίας του Evgeni Panteleymonov, του διευθυντή της εταιρείας Neftechimik, της οποίας ο Ριμπολόβλεφ κατείχε το 40%. Ο ολιγάρχης φυλακίζεται για 11 μήνες και στη συνέχεια η Δικαιοσύνη τον αθωώνει.
Αλλά επειδή πέρασε ξυστά από τη σφαίρα, ο Ριμπολόβλεφ αποφασίζει να προετοιμάσει την οπισθοφυλακή του. Ηδη στέλνει στη Δύση τη γυναίκα του Ελένα και την κόρη του Εκατερίνα, ενώ ο ίδιος διαμένει προσωρινά στο Pern. Αλλά στις αρχές του 1990 η πόλη όπου γεννήθηκε, Berezniki, εκεί που βρίσκεται και η έδρα της Uralkali, πέφτει θύμα της εταιρείας του. Τα ορυχεία καταρρέουν, η σιδηροδρομική γραμμή μπλοκάρει, ρωγμές εμφανίζονται στα σπίτια και 2.000 άνθρωποι εγκαταλείπουν την πόλη. Ο σταθμός εξαφανίζεται μέσα σε μια μεγάλη τρύπα. Οι υποδομές σε νερό, ηλεκτρικό κ.λπ. καθώς και 31 κτίρια καταστρέφονται. Ηταν η μεγαλύτερη καταστροφή στη Ρωσία από την εποχή του Τσέρνομπιλ.
Ο Ριμπολόβλεφ εγκατέλειψε γρήγορα τη χώρα. Είχε ήδη προβλέψει και εγκαταστήσει τα κεντρικά γραφεία του στην Ελβετία. Γρήγορα η περιουσία του περνάει από τα 3,8 δισ. ρούβλια το 2006 στα 30 δισ. ρούβλια το 2008. Τον Οκτώβριο του 2007 ο Ριμπολόβλεφ βάζει την Uralkali στο χρηματιστήριο του Λονδίνου: στην τσέπη του μπαίνει 1 δισ. δολάρια και μπαίνει στη λίστα Forbes με τις μεγαλύτερες περιουσίες στον κόσμο.
Αλλά η εταιρεία του αρνείται να συνεισφέρει στην ανοικοδόμηση της πόλης Berezniki, με το επιχείρημα ότι ήταν μια φυσική και απρόβλεπτη καταστροφή. Και ενώ ο Ριμπολόβλεφ αρνείται να βοηθήσει τους κατοίκους της πόλης όπου γεννήθηκε, αγοράζει την ίδια ώρα το σπίτι του Ντόναλντ Τραμπ στο Miami Beach, για 95 εκατομμύρια δολάρια.
Ο Σκορπιός, η Κύπρος, το Μονακό
Αλλά η Δύση απογοήτευσε τον Ριμπολόβλεφ. Το εξέφρασε με βίαιο τρόπο σε ένα δείπνο στη Γενεύη: «Η Ελβετία δεν είναι μια πραγματικά καπιταλιστική χώρα. Η αστυνομία και η Δικαιοσύνη δεν βρίσκονται στην υπηρεσία των τραπεζών και του χρήματος. Υπάρχουν ακόμη και σοσιαλιστές στην κυβέρνηση! Υπάρχουν μόνο τρία μέρη στα οποία μπορώ να κάνω ό,τι θέλω: Ο Σκορπιός, η Κύπρος και το Μονακό».
Πιστεύει ότι ο κόσμος μικραίνει δίπλα του. Υποπτεύεται τη Ρωσία ότι θέλει να τον φυλακίσει, παρά τις γενναιόδωρες χορηγίες που κάνει στην ορθόδοξη Εκκλησία. Οι ΗΠΑ του αρνήθηκαν τη βίζα για να νοσηλευτεί από όγκο στον προστάτη και αναγκάστηκε να φέρει Αμερικανούς χειρουργούς για να εγχειριστεί στη Δομινικανή Δημοκρατία. Εν τω μεταξύ, η Ελένα απελπισμένη από τις απιστίες του ζητάει διαζύγιο. Επτά εκατομμύρια δολάρια! Ηταν ένα από τα ακριβότερα διαζύγια στην ιστορία.
Τελικά, υπό την απειλή να τα χάσει όλα, αναγκάζεται από τον Πούτιν να παραχωρήσει το 53% των μετοχών της Uralkaki. Πουλάει επίσης τις μετοχές του σε άλλους ομίλους ορυχείων και βάζει στην τσέπη 6,5 δισ. δολάρια το 2010.
To πολύκροτο διαζύγιο
Οπως όλοι οι πολύ πλούσιοι άνθρωποι, έτσι και ο «Ρίμπο» έχει μια και μόνη έμμονη ιδέα: να διαφυλάξει τα χρήματά του, τα οποία βρίσκονται σε γαλαξία φορολογικών παραδείσων. Χάρη σε ένα κυπριακό διαβατήριο, γίνεται πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό ωστόσο δεν είναι αρκετό για να τον προφυλάξει από την οργή της συζύγου του. Τον Μάιο του 2014, η Ελένα πετυχαίνει από ένα ελβετικό δικαστήριο μια απόφαση και του παίρνει 3,2 δισ. δολάρια. Η Ελένα είχε προηγουμένως γράψει στον δικαστή «αν μου συμβεί τίποτα κατά τη διάρκεια της δίκης, να θέσετε τον σύζυγό μου Ντμίτρι πρώτο στη λίστα των υπόπτων».
Η Ελένα είχε λόγους να υποπτεύεται τον άντρα της. Ο «Ρίμπο» είχε προσπαθήσει να τη βάλει στην φυλακή στην Κύπρο κατηγορώντας την ότι έκλεψε ένα δαχτυλίδι… που ο ίδιος της είχε χαρίσει. Ευτυχώς εκείνη είχε κρατήσει την απόδειξη. Οταν κατηγορείται γι’ αυτή την άθλια συμπεριφορά, ο Ριμπολόβλεφ απαντά με κυνικό τρόπο: «Αν είχε μπει μερικές εβδομάδες φυλακή… βγαίνοντας θα είχε υπογράψει ό,τι χαρτί ήθελα!». Το ζευγάρι έκανε τελικά μια μυστική συμφωνία.
O εθισμός με τα έργα τέχνης
Ωστόσο, ο ολιγάρχης που προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατήσει μυστικές τις επιχειρήσεις του, αρέσκεται να επιδεικνύει τις πανάκριβες αγορές του και έχει μια παράξενη μανία να σπάει τα ρεκόρ. Πάντα πιο ψηλά, πιο ωραία πράγματα και κυρίως πιο ακριβά. Σε σημείο που βάζει συχνά μια τιμή πιο υψηλή από αυτή που περιμένει ο πωλητής. Αυτή η απληστία συνοψίζεται από μια λέξη που χρησιμοποίησε ο Ελβετός πωλητής έργων τέχνης Yves Bouvier: εθισμός.
Στις 25 Φεβρουαρίου 2015, όταν ο Ελβετός παρουσιάζεται μπροστά στο κτίριο Belle Epoque του Μονακό δεν ξέρει τι τον περιμένει. Ο πελάτης του Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ του έδωσε ραντεβού στο σπίτι του και ο έμπορος νομίζει ότι θέλει να του μιλήσει για τον πίνακα Rothko, ένα αριστούργημα του αμερικανού ζωγράφου που αγόρασε έναντι 140 εκατομμυρίων ευρώ. Το πρόβλημα είναι ότι ο Ρίμπο του χρωστάει 60 εκατομμύρια ευρώ. Περιμένοντας να πληρωθεί, ο πίνακας παραμένει στην αποθήκη του λιμανιού της Σιγκαπούρης.
Επί δέκα χρόνια, ο Bouvier πούλησε 37 πίνακες στον Ριμπολόβλεφ. Ο ολιγάρχης του είχε αποκαλύψει ότι θέλει να αποκτήσει «την ωραιότερη συλλογή στον κόσμο». Αυτός ο εθισμός είχε στοιχίσει τον Ρίμπο 2 δις δολάρια, αλλά ζητάει κι άλλους πίνακες. Ο Bouvier πιστεύει ότι ο πελάτης του δεν είχε ρευστό εκείνη την περίοδο και του προτείνει να του αγοράσει έναν πίνακα του Modigliani, για 60 εκατομμύρια ευρώ.
Και ενώ γίνεται αυτή η συζήτηση, ξαφνικά εννέα αστυνομικοί του Μονακό μπαίνουν στο σπίτι, περικυκλώνουν τον Bouvier και τον μεταφέρουν στο τμήμα. Σοκαρισμένος ο έμπορος τέχνης μαθαίνει ότι ο ολιγάρχης είχε καταθέσει μήνυση εναντίον του για «απάτη και ξέπλυμα χρήματος». Ο Bouvier κρατείται στο τμήμα επί τρεις ημέρες και ελευθερώνεται όταν πληρώνει εγγύηση 10 εκατομμύρια ευρώ.
Για ποιο πράγμα τον κατηγορεί ο δισεκατομμυριούχος: Οτι αγόρασε για τον εαυτό του φθηνότερα τους πίνακες και τους πούλησε σε εκείνον στη διπλάσια τιμή. Ο Ρίμπο βασισμένος σε διάφορες εκτιμήσεις ειδικών τον κατηγορεί ότι του έφαγε 800 εκατομμύρια ευρώ.
«Πρόκειται για μια εμπορική διαφωνία όπως δεκάδες άλλες που θα έπρεπε να εκδικαστεί στα ελβετικά δικαστήρια. Γιατί ο Ριμπολόβλεφ κατέθεσε μήνυση στο Μονακό, αφού καμία πώληση δεν έγινε εκεί;» διερωτάται ο Bouvier. Η απάντηση θα δοθεί αρκετά αργότερα και ξετυλίγεται σαν μια συνωμοσία.
Το κλειδί της υπόθεσης, αλλά και το παρελκόμενο θύμα αυτής της σύγκρουσης είναι μια Ελβετίδα βουλγαρικής καταγωγής, η οποία διαμένει στο Πριγκιπάτο όπου κατέχει τρεις εταιρείες ακινήτων. Η Tania Rappo, 66 ετών είναι μια φίλη του Ρίμπο και η νονά μιας από τις κόρες του. Νομίζει ότι ο ουρανός της πέφτει στο κεφάλι όταν συλλαμβάνεται, στις 25 Φεβρουαρίου 2015, στην κατοικία της στο Μονακό. Την κατηγορούν ότι συνήργησε με τον Yves Bouvier για να του ξεπλύνει τα χρήματα των συναλλαγών του. Η Τάνια κρατείται στο τμήμα επί 4 ημέρες. Εξηγεί ότι πράγματι έπαιρνε ποσοστά από τον Bouvier , περίπου 6%, ως μεσολαβήτρια, και ότι επρόκειτο για εντελώς νόμιμη μέθοδο. Είχε πληρωθεί με τραπεζικό έμβασμα το οποίο κατέθεσε στην τράπεζα HSBC με όλα τα έγγραφα που αποδεικνύουν όλες τις πληρωμές. Μετά από πολυήμερες ανακρίσεις, η τράπεζα αναγνωρίζει ότι είχε κάνει κάποιο λάθος.
Η Τάνια Ράπο αντιλαμβάνεται ότι είναι θύμα συνωμοσίας όταν οι αστυνομικοί της δείχνουν μια μαγνητοφωνημένη συνομιλία που είχε με τον Ρίμπο και την δικηγόρο του Tetiana Bersheda, στη διάρκεια ενός δείπνου, δύο ημέρες νωρίτερα. Θυμόταν ότι προσπαθούσαν να την κάνουν να πιει περισσότερο, χωρίς να γνωρίζει ότι η δικηγόρος κατέγραφε την συζήτησή τους στο κινητό της. Εις απάντηση καταθέτει μήνυση εναντίον τους για προσβολή της ιδιωτικής ζωής. Αυτή η μήνυση θα αποκαλύψει μια συνωμοσία που έφτανε ως τις υψηλές σφαίρες της αστυνομίας και της δικαιοσύνης του Μονακό.
Ο ανακριτής που αναλαμβάνει την ανάκριση μετά την μήνυση της Tania Rappo εναντίον του Ρίμπο, της δικηγόρου Bersheda και της HSBC είναι ο Edouard Levrault. Πιστεύει ότι όλη αυτή η υπόθεση με παράνομες καταγραφές συνομιλιών, πλαστά χαρτιά και συλλήψεις είναι στημμένη. Ζητάει καταρχήν από την δικηγόρο Bersheda να του δώσει το κινητό της για να εξακριβώσει ότι αντιστοιχεί με το τηλέφωνο στο οποίο είχε καταγράψει τις συνομιλίες. Του το δίνει, πιστεύοντας ότι έχει σβήσει από τη μνήμη άλλα στοιχεία.
Η δικηγόρος του Ρίμπο, ονομαζόμενη και «Τσαρίνα»:
Ωστόσο ο ανακριτής ζητάει να ψάξουν το κινητό συνολικά. Τότε αποκαλύπτονται τα SMS που είχε σβήσει επιφανειακά. Αποδεικνύεται ότι η δικηγόρος διατηρούσε επαφές, για λογαριασμό του Ρίμπο, με δικαστές, αστυνομικούς καθώς και με τον ίδιο τον υπουργό Δικαιοσύνης του Μονακό, Philippe Narmino. Το δικαστήριο ζητάει να καταστραφούν οι 30 σελίδες που περιείχαν τα SMS, αλλά το αίτημα απορρίπτεται. Ο ανακριτής, αντίθετα, ζητάει μια έρευνα πιο προχωρημένη στο smartphone της δικηγόρου το οποίο όπως πιστεύει περιέχει κι άλλες αποκαλύψεις.
Ολες οι πληροφορίες από το κινητό της δικηγόρου καταγράφονται σε ένα DVD. «Για δύο μήνες ένα απλό DVD κάνει το βασίλειο του Μονακό να τρέμει. Πρόκειται για το Monacogate, ένα σκάνδαλο που εμπλέκει τις υψηλότερες σφαίρες της αστυνομίας και της δικαιοσύνης σε διαφθορά», έγραψε και η Le Monde.
Monacogate: Απελύθηκαν ο υπουργός Δικαιοσύνης και ο γενικός εισαγγελέας
Και τότε η καταιγίδα ξέσπασε: τον Σεπτέμβριο του 2017, ο υπουργός Δικαιοσύνης του πριγκιπάτου, Philippe Narmino, και ο γενικός εισαγγελέας Jean-Pierre Dreno απολύθηκαν από τον πρίγκηπα Αλβέρτο μετά τις καταγγελίες ότι στήριξαν τον Ρώσο μεγιστάνα και ιδιοκτήτη του νησιού Σκορπιός, Ντιμίτρι Ριμπολόβλεφ στην δικαστική μάχη εναντίον του εμπόρου έργων τέχνης.
Ο Philippe Narmino συνελήφθη και αντικαταστάθηκε, ενώ ο γενικός εισαγγελέας εστάλη πίσω στη Γαλλία, στην έδρα του.
Αυτή η απόφαση ελήφθη γιατί οι δύο λειτουργοί κατηγορήθηκαν ότι είχαν ιδιαίτερες σχέσεις με την δικηγόρο του Ριμπολόβλεφ Tetiana Bersheda. Αντάλλασσαν ύποπτα μηνύματα SMS, με στόχο να πάρουν θετικές αποφάσεις στην υπόθεση Ριμπολόβλεφ εναντίον του εμπόρου τέχνης.
«Ξαφνικά ο Αλβέρτος 2ος ξύπνησε», γράφει και η Liberation, η οποία παρακολουθεί ανελλιπώς την υπόθεση Ριμπολόβλεφ και δεν συμπαθεί τον ρώσο ολιγάρχη.
«Καμία ατασθαλία δεν θα γίνει ανεκτή», δήλωσε ο Αλβέρτος στο Monaco-Matin. Πήρε τον θρόνο του πρίγκιπα το 2005, διαδεχόμενος τον πατέρα του Ρενιέ, και εμφανιζόταν ως τώρα να αρέσκεται στο στιλ του χαλαρού μονάρχη, να μένει περισσότερο στις ΗΠΑ παρά στο Μονακό, να παραμελεί την φήμη του πριγκιπάτου -φορολογικό και δικαστικό παράδεισο για νομάδες ολιγάρχες. Ξύπνησε όμως απότομα: έδιωξε και τον γενικό εισαγγελέα και τον υπουργό Δικαιοσύνης του πριγκιπάτου», γράφει η εφημερίδα.
Και συνεχίζει:
«Ολη η δικαστική ιεραρχία αποκεφαλίστηκε μετά την άθλια διαχείριση της υπόθεσης Ριμπολόβλεφ. Αυτός ο Ρώσος δισεκατομμυριούχος, αφεντικό και μαικήνας της ποδοσφαιρικής ομάδας του Μονακό, νόμισε ότι μπορεί να επιτρέψει τα πάντα στον εαυτό του. Μετά την μήνυση του Ρώσου, στις αρχές του 2015, εναντίον του εμπόρου τέχνης Yves Bouvier, με το επιχείρημα ότι του πούλησε έργα τέχνης για 2 δις δολάρια ενώ τα είχε αγοράσει μόνο 1 δις, οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές του Μονακό ετέθησαν στην υπηρεσία του Ριμπολόβλεφ. Αυτό αποδεικνύουν τα SMS που αντάλλασσαν η δικηγόρος του Tetiana Bersheda με αστυνομικούς και δικαστές του Μονακό, οι οποίοι είχαν αναλάβει την υπόθεση. Εστελναν φιλιά ο ένας στον άλλο, μιλούσαν στον ενικό, απηύθυναν προσκλήσεις για σκι ή για έναν ποδοσφαιρικό αγώνα».
Λιμάνια και αφορολόγητα
Ο έμπορος τέχνης Yves Bouvier, γράφει το Paris Match, πιστεύει ότι η συνωμοσία συνίστατο να τον τραβήξουν στο Μονακό για να τον συλλάβουν με τη βοήθεια του γενικού εισαγγελέα και του βοηθού του (οι οποίοι αντάλλασσαν SMS με την δικηγόρο). Στη συνωμοσία ήταν και η τράπεζα HSBC η οποία ψευδώς κατέθεσε ότι η Tania Rappo είχε πλαστά εμβάσματα. «Η τεχνική του Ριμπολόβλεφ ήταν απλή: βάζω τον Bouvier στο γκουλάγκ, τον βγάζω μετά από τρεις μήνες και έτσι παίρνω πίσω το 30% των χρημάτων», πιστεύει ο έμπορος τέχνης. «Δεν νομίζω ότι πίστευε ποτέ ότι έγινε απάτη. Είχε δεχτεί την τιμή που του ζητούσα για τους πίνακες. Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν τα λιμάνια, αυτές οι ζώνες όπου φτάνουν και στοκάρονται τα αφορολόγητα. Εγώ είμαι ιδιοκτήτης ενός τμήματος στη Γενεύη, δημιούργησα ένα τμήμα στο Λουξεμβούργο και στη Σιγκαπούρη, όπου μένω. Αυτό το κομμάτι του λιμανιού της Σιγκαπούρης τον ενδιέφερε, γι’αυτό έκανε όσα έκανε εναντίον μου», δηλώνει ο Bouvier.
Πηγή: iefimerida.gr