Παραμονή της πρωτοχρονιάς
Τα κάλαντα της εποχής
Άη – Βασίλης έρχεται,
Γενάρης ξημερώνει
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά
κι αρχή καλός μας χρόνος
Βασίλη πούθεν έρχεσαι
και πούθε κατεβαίνεις;
Από τη μάννα μ’ έρχομαι
και στο σχολειό πηγαίνω
βαστάει εικόνα και χαρτί
χαρτί και καλαμάρι.
Το καλαμάρι έγραφε
και το χαρτί ομίλει.
Βασίλη μ’ ξέρεις γράμματα
πες μας την Άλφα – Βήτα.
Και το ραβδί ήταν χλωρό
και πέταξε βλαστάρια.
Κι απάνω στα βλαστάρια του
πέρδικες κελαηδούσαν.
Δεν ήσαν μόνο πέρδικες
ήσαν και περιστέρια.
Πετάχτηκε μια πέρδικα
και πάει στην κρύα βρύση
και βρέχει τον αφέντη της
τον πολυχρονεμένο και δόμ’
και με τον κόπο μου…
-Τα παιδιά δεν άφηναν ούτε ένα σπίτι που να
μην περάσουν να πουν τα κάλαντα. Υπάρχουν πολλές ιστορίες με τα κάλαντα και γινόταν
συναγωνισμός ποιος θα μαζέψει περισσότερα. Από το βράδυ πολύ νοικοκυραίοι ετοίμαζαν
κέρματα για να υπάρχουν, γιατί ήξεραν πως το πρωί θα περνούσαν στρατιές τα
παιδιά.
Σε μερικά σπίτια που δεν άνοιγαν για τα
κάλαντα, τα παιδιά έκαναν θόρυβο επίτηδες για να τους ξυπνήσουν. Σε άλλα σπίτια
που είχαν περάσει και τα είχαν πει άλλα παιδιά, οι νοικοκυραίοι τους έλεγαν «ταπαν
άλλοι», πολλές φορές αυτό το έλεγαν και για να αποφύγουν τα παιδιά από την
τσιγγουνιά τους.
Πάντως στα παιδιά η θετική η αρνητική εικόνα που σχημάτιζαν
για κάποιο σπίτι ήταν ανάλογα με το ποσό που τους έδιναν, και όπως είπαμε και
πριν αν δεν τους άφηναν να τα πουν τότε σχημάτιζαν την χειρότερη.
Όταν
τελείωναν τα κάλαντα άρχιζε η μοιρασιά των χρημάτων ανάλογα πόσα παιδιά ήταν
παρέα. Λίγα παιδιά τα έδιναν στους γονείς τους τα περισσότερα τα κρατούσαν να
αγοράσουν κάτι που ήθελαν και να παίξουν το «στριφτό».
Εκτός από τα κάλαντα που ξυπνούσαν όλο το
χωριό, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς οι νοικοκυρές ζύμωναν και τη Βασιλόπιτα
και έφτιαχναν και γλυκά, κυρίως ρεβανί που είναι το παραδοσιακό στην περιοχή μας
και κουραμπιέδες πολλές μάλιστα αφού υπήρχε το ζυμάρι έφτιαχναν και τηγανίτες ή
τηγανόψωμο για πρωινό.
Ακόμη τα παιδιά βάζουν στα τζάκια σκάλες
για να τους ρίξει ο Άη – Βασίλης δώρα και να τα βρούνε το πρωί.
Πρωτοχρονιά
Πρωί –πρωί όλοι πήγαιναν
στην εκκλησία για να τους βγει καλός
και αυτός ο χρόνος.
Ανήμερα εκτός από τους μποναμάδες στα
παιδιά, τους δίνανε και κέρμα δίλεπτα, μονόλεπτα και πενταρούλες.
Τα παιδιά με τα
χρήματα που μαζεύαν παίζανε και το «στριφτό».
Βάζανε μια μικρή πέτρα
κάτω στο έδαφος, και από απόσταση πέντε
μέτρων ρίχνανε τα κέρματα και σε όποιον
το κέρμα πλησίαζε πιο κοντά στην πέτρα,
τότε αυτός, έπαιζε πρώτος στο στριφτό.
Έβαζε στο χέρι του
όλα τα κέρματα και τα έστριβε. Σαν το σημερινό «κορώνα
ή γράμματα» «σταυρό η εικόνα». Σε κάθε αυλή, σε κάθε γειτονιά το στριφτό
ήταν το κυρίαρχο παιχνίδι των μικρών και πολλών μεγάλων την μέρα αυτή.
Στις μέρες μας περισσότερο στριφτό έπαιζαν στην πλατεία, στην Αγία Παρασκευή και στο δημοτικό σχολείο.
Στις μέρες μας περισσότερο στριφτό έπαιζαν στην πλατεία, στην Αγία Παρασκευή και στο δημοτικό σχολείο.
Οι πιο μεγάλοι την
πρωτοχρονιά, παίζανε χαρτιά στα σπίτια και
στα καφενεία.
Την πρώτη μέρα κατά το έθιμο δεν πρέπει να
τσακώνεσαι με την οικογένεια γιατί θα γίνεται έτσι το χρόνο.
Ανήμερα του Αγίου Βασιλείου πίστευαν οι
παλιοί ότι μιλούν και τα ζώα.
Την Πρωτοχρονιά όλοι ρίχνανε πάνω από την
σκεπή των σπιτιών τους κουτσούνες (μποτσάκια ή σκυλοκρέμμυδα) για να φεύγουν οι
αρρώστιες.
Το ποδαρικό
Επίσης όπως υπάρχει και σε πολλά μέρη της
Ελλάδος μεγάλο ρόλο στο σπίτι παίζει το ποδαρικό δηλαδή το ποιος θα πατήσει το
πόδι του, ξένος το πρωί την πρώτη μέρα του χρόνου. Προτιμούνται συνήθως μικρά
παιδιά ή μεγάλοι σε ηλικία αρκεί να είναι συμπαθείς προς το σπίτι. Τότε όλα θα
πάνε καλά αλλά αν είναι άλλα άτομα που αντιπαθούν πιστεύουν πως η χρονιά δεν θα
πάει καλά.
Γι’ αυτό προσέχουμε ποιος θα πρωτοέρθει
στο σπίτι για να φέρει γούρι, οι συγγενείς στέλνουμε στα συγγενικά σπίτια γερά
και όμορφα παιδάκια για ποδαρικό «γούρι».
Οι κοπέλες κοιτάνε τα βουνά, που ποτέ τους
δεν γερνάνε και δεν παθαίνουν τίποτε.
Όλοι κυρίως οι νέοι της οικογένειας την πρώτη μέρα του χρόνου πρέπει να φορέσουν κάτι καινούργιο πάνω τους.
Την Πρωτοχρονιά, ο οικοδεσπότης το
μεσημέρι στο τραπέζι κόβει και την βασιλόπιτα.
Κόβει πρώτα του Άη – Βασίλη ένα μεγάλο
κομμάτι και μετά κόβει κατά σειρά ηλικίας τόσα κομμάτια όσα τα μέλη τους
οικογένειάς του, όπως και ένα του σπιτιού, σε όποιον έπεφτε το ασήμι (φλουρί) που
είχε μέσα, έλεγαν πως σε αυτόν ανήκει η χρονιά…
Η Μπουκουβάλα
Πρωινό και βραδινό φαγητό, συνήθως γινόταν
την πρωτοχρονιά. Το πρωί γινόταν το «κραμπουκούκι» (είδος πίτας), και στη
συνέχεια βάζανε στο τηγάνι ξύγκι από το γουρούνι και τσιγαρίδες. Μόλις έλιωναν
τρίβανε το κραμπουκούκι, και έβαζαν νόμισμα για την τύχη, και από ένα
φυλλαράκι για να δούνε σε ποιόν «στρέχουν» τα ζώα του σπιτιού. Την τοποθετούσαν
σε μικρό ταψάκι (νταβάς) και την πατούσαν με ένα κουτάλι για να ομορφύνει. Στη
συνέχεια ο μεγαλύτερος την «σταύρωνε» και καθένας έπαιρνε από μια κουταλιά με
τη σειρά έως ότου πέσει σε κάποιον το νόμισμα ή το φυλλαράκι.
Ενώ άλλοι έφτιαχναν
μπουκουβάλα με ψωμί και έβαζαν μέσα λίγο χορτάρι, φύλλα από κλαράκι και ένα
φράγκο.
Κατόπιν το χώριζαν κατ’ άτομο και σε
όποιον έπεφτε το χορτάρι είναι τυχερός στα πρόβατα, το κλαράκι ότι είναι
τυχερός στα γίδια και το φράγκο ότι ήταν τυχερός στα χρήματα.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΥΤΙΒΗΣ Δ.