Tου Γιώργου Π. Τερζή
Σε ταυτόχρονες κάλπες για τις δημοτικές – περιφερειακές
εκλογές αλλά και για την ανάδειξη των Eλλήνων ευρωβουλευτών καθώς επίσης και σε
ανατροπή του εκλογικού συστήματος ανάδειξης των δημάρχων έχει καταλήξει το
Μέγαρο Μαξίμου, έχοντας -κατά τα φαινόμενα- και τη συναίνεση ή ανοχή των δύο
κυβερνητικών του εταίρων. Οι σχετικές συζητήσεις στο Μέγαρο Μαξίμου, κάποιες
φορές με τη συμμετοχή και του ίδιου του πρωθυπουργού, μπορεί να μην έχουν
καταλήξει στο «διά ταύτα», ωστόσο στον πυρήνα του σχεδίου, ως απάντηση στην
πολυδιάσπαση του κομματικού σκηνικού και την άνοδο ακραίων φωνών όπως η Χρυσή
Αυγή, βρίσκεται ο διαχωρισμός της ψήφου για τον δήμαρχο από την ψήφο για την
ανάδειξη δημοτικών συμβούλων, οι οποίοι και θα επιλέγονται από ξεχωριστό,
ενιαίο ψηφοδέλτιο.
Ταυτόχρονες κάλπες
Η οριστικοποίηση της ταυτόχρονης διεξαγωγής των
αυτοδιοικητικών και των ευρωεκλογών αλλά και οι σχεδιαζόμενες αλλαγές στον
τρόπο ανάδειξης των δημοτικών αρχόντων, έρχονται να μεταβάλουν άρδην τις, όπως
διακρίνονται σήμερα τουλάχιστον, πολιτικές ισορροπίες. Συγκεκριμένα, με την
ταυτόχρονη διεξαγωγή των δύο εκλογών, η κυβέρνηση και τα κόμματα που τη
στηρίζουν φιλοδοξούν να εξισορροπήσουν τη δυναμική των δύο αποτελεσμάτων. Με
άλλα λόγια, στην κυβέρνηση αναμένουν ένα αρνητικό αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές
καθώς εκτιμούν ότι θα αποτυπωθεί με έμφαση ο «ευρωσκεπτικισμός» των Ελλήνων και
η ανάγκη «απάντησης στις πολιτικές της Κομισιόν και του Βερολίνου».
Με την οργή, λοιπόν, να εκδηλώνεται στην ευρωκάλπη, επιδίωξη
της Ν.Δ. και των δύο κομμάτων της συγκυβέρνησης θα είναι μία καλή επίδοση στην
κάλπη των δημοτικών – αυτοδιοικητικών εκλογών, που θα μπορούσε όχι μόνον να
εξισορροπήσει τις εντυπώσεις αλλά και να ερμηνευθεί ως «ψήφος εμπιστοσύνης»ρικομματική.
Δύο ψηφοδέλτια
Σύμφωνα με το σχέδιο, θα υπάρχουν δύο ξεχωριστές λίστες για
κάθε δήμο, μία για τον Δήμαρχο και μία για τους δημοτικούς συμβούλους. Η
αποσύνδεση δημάρχων – δημοτικών συμβούλων θα ενισχύσει εκ των πραγμάτων τις
συμπράξεις μεταξύ κομμάτων και τους ισχυρούς σε προσωπικότητα, υπερκομματικούς
ή κοινούς υποψηφίους, που πιο εύκολα μπορούν να κινητοποιήσουν τα τρία κόμματα
της συγκυβέρνησης, αποκτώντας έτσι συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των υποψηφίων
του ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα, έρχεται να πραγματώσει και την ομολογημένη
επιδίωξη του κ. Σαμαρά για «άνοιγμα» του κόμματός του σε ευρύτερες δυνάμεις
πέραν των σημερινών κομματικών ορίων. Η προσπάθεια δεν θα είναι χωρίς
αντιδράσεις καθώς η Ν.Δ. έχει να διαχειρισθεί τη δεδομένη βούληση στελεχών της
να είναι υποψήφιοι (Κακλαμάνης στην Αθήνα, Γκιουλέκας στη Θεσσαλονίκη), το
ΠΑΣΟΚ την προφανή αδυναμία του να επιβάλει κεντρικά υποψηφίους, πλην ίσως
κάποιων περιφερειαρχών (Σγουρός) που θα καταστούν κοινής αποδοχής, ενώ και η
ΔΗΜΑΡ θα αντιμετωπίσει δυσκολίες, π.χ. στην Αθήνα όπου στηρίζει τον κ. Γ.
Καμίνη, την παραμονή του οποίου όμως δεν επιθυμούν οι γαλάζιοι.
Με τον ίδιο τρόπο, αποδυναμώνονται, εκ των πραγμάτων, ακραία
ψηφοδέλτια, όπως αυτά της Χρυσής Αυγής, που επιδιώκει να καταγράψει υψηλά
ποσοστά στα μεγάλα αστικά κέντρα. Με την αποσύνδεση των ψηφοδελτίων, θεωρείται
δεδομένο ότι όποια δυναμική κι αν έχει ο επικεφαλής – υποψήφιος για δήμαρχος,
δεν θα μπορέσει να «τραβήξει» μαζί του πολλούς δημοτικούς συμβούλους.
Το προτεινόμενο σχέδιο έχει βέβαια και ένα σημαντικό
μειονέκτημα. Ο δήμαρχος, εφόσον δεν υπάρξει πρόβλεψη για τη σύνθεση του
δημοτικού συμβουλίου, μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με ένα «αντίπαλο» δημοτικό
συμβούλιο. «Το νέο σύστημα ενισχύει τη λογοδοσία μεταξύ Δημάρχου και Δημοτικού
Συμβουλίου αλλά μπορεί να οδηγήσει και σε πλήρη παράλυση», σχολιάζουν αυτοδιοικητικά
στελέχη, η πλειοψηφία των οποίων είναι μάλλον αρνητικοί. Οι συνομιλητές του κ.
Σαμαρά, ωστόσο, απαντούν: «εδώ κυβερνάται μία χώρα από τρία κόμματα, οι δήμοι
δεν θα τα καταφέρουν;».
Η «Β΄ κατανομή» και οι 50 έδρες
Ενώ η συζήτηση για το εκλογικό σύστημα των δημοτικών εκλογών
βρίσκεται σε εξέλιξη, μία άλλη κουβέντα αυτή τη φορά για τον εκλογικό νόμο των
εθνικών εκλογών ξεκινά κυρίως από την πλευρά της Ιπποκράτους.
Με δεδομένη τη στρέβλωση του μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο
κόμμα, το ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι επιχειρεί να κινήσει τα νήματα για αλλαγή του
εκλογικού νόμου. Στόχος είναι η κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών και η
αντικατάστασή του με ένα σύστημα «Β΄ κατανομής», στην οποία όμως θα συμμετέχουν
κόμματα ή συνασπισμοί εφόσον υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο ποσοστό ψήφων.
Ενδεικτικά και μόνον, στις εκλογές του 1985 το προβλεπόμενο όριο για συμμετοχή
στη Β΄ κατανομή εδρών ήταν 17% για μεμονωμένα κόμματα και 25% ή 30% για
συνασπισμούς δύο ή τριών κομμάτων αντίστοιχα.
Πέραν της εκλογίκευσης του ισχύοντος εκλογικού νόμου, μία
από τις επιδιώξεις είναι ο κοινοβουλευτικός περιορισμός της Χρ. Αυγής, εφόσον η
οργάνωση δεν καταφέρει να μπει στη Β΄ κατανομή. Κύρια, όμως, στόχευση του ΠΑΣΟΚ
μοιάζει να είναι η, σχεδόν, αναγκαστική σύμπηξη μετώπου με τα κόμματα της
κεντροαριστεράς – σοσιαλδημοκρατίας, προκειμένου να εξασφαλίσουν τις έδρες της
Β΄ κατανομής.
Πάντως, το σχέδιο δεν μοιάζει να έχει πιθανότητες υλοποίησης
καθώς τα μικρότερα κόμματα θα αντιδράσουν, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι απίθανο να συμφωνήσει
και, συνεπώς, δεν εξασφαλίζονται οι 200 ψήφοι που απαιτούνται για την εφαρμογή
του νόμου στις αμέσως επόμενες εκλογές. Υπάρχει, δε, άλλη μία ανασταλτική
παράμετρος, ίσως η σημαντικότερη. Ο ίδιος ο κ. Σαμαράς δεν έχει πειστεί για τη
σκοπιμότητα αλλαγής του εκλογικού νόμου, ειδικά από τη στιγμή που εκτιμά βάσιμα
ότι μπορεί να κερδίσει τις εθνικές εκλογές…
nafpaktianews