Στο ένδοξο γένος των φυλλοβόλων Δρυών ανήκει και η Βελανιδιά. Είναι η δρυς με τα πολύτιμα κύπελλα των καρπών της. Οι καρποί των λοιπών δρυών που βρίσκονται σε άλλες χώρες μόνο για τροφή χοίρων είναι χρήσιμοι. Γι’ αυτό τους αγριόχοιρους τους αναζητούν οι κυνηγοί στα μεγάλα δάση των δρυών. Κάποτε όμως οι φτωχές νοικοκυρές των χωριών μας νόθευαν τον καφέ με το ψημένο αυτό βελανίδι (αντί για ρεβίθι και κριθάρι), μιας και δεν έβγαζαν πέρα με τον πανάκριβο βραζιλιάνικο καρπό...
Στην αρχαία όμως εποχή φαίνεται έτρωγαν βελανίδια αρκετοί Έλληνες... φτωχολάζαροι. «Πολλοί εν Αρκαδίη βαλανοφάγοι άνδρες έασι...» λέγει ο Ηρόδοτος και «Βαλάνοις Αρκάδες δείπνος έχον» επιβεβαιώνει ο Αιλιανός, για να επικυρωθεί πάλι του Ηρόδοτου η μαρτυρία «πενία Έλλησιν αεί σύντροφος». Αλλά και παροιμία σχετική είχαν σε χρήση οι μακρινοί μας πρόγονοι όπως, «άλλων δρυν βαλάνιζε» ταυτόσημη της δικής μας παροιμίας «άλλη πόρτα χτύπα».
Το επιστημονικό της όνομα είναι Δρυς η αιγίλωψ. Στη χώρα μας απαντάται στην Αιτωλοακαρνανία, Ήπειρο, Στερεά Ελλάδα, Θεσπρωτία, Αρκαδία, Αττική, Κέρκυρα, Τήνο, Νάξο, Κέα, Μυτιλήνη. Είναι δηλαδή θερμόβιο φυλλοβόλο δέντρο που ευδοκιμεί στα μικρά υψόμετρα και ως 600 μ. πάνω από τη θάλασσα.
Στο χωριό μας, πριν πολλά χρόνια, απαντούσαν χιλιάδες δέντρα βελανιδιάς σε όλη την εμβέλεια του. Ως και τοποθεσία υπάρχει προς το ποτάμι που ονομάζεται «Βελανιδιά» και αριθμούσε πάνω από 500 δέντρα. Τώρα εκεί δεν βλέπεις παρά μόνο 5-10 δέντρα διάσπαρτα, σε απόσταση πολλών δεκάδων μέτρων μέχρι τις Δύο Εκκλησίες.
Γίνανε πλέον δέντρα από εξαφάνιση όπου μαζί με τον Φράξο προστατεύονται με την οδηγία της Ε.Ο.Κ. 79/409 για την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας της περιοχής. Πρέπει να σημειωθεί ότι την μεγαλύτερη έκταση σε βελανιδιές από τα παλιά χρόνια μέχρι και τις μέρες μας κατέχει η περιοχή του Ξηρομέρου, λόγω της ιδιαιτερότητας του εδάφους (πετρώδες).
Η βελανιδιά σχηματίζει ωραία δέντρα, μεγάλα και πολύκλωνα, σε δάση αμιγή. Απαντάται και σε μεμονωμένα δέντρα μέσα σε αγροκτήματα και καλλιεργούνται για τα βελανίδια τους όπως η ελιά. Η Ελληνική παραγωγή σε κύπελλα βελανιδιού - αυτά έχουν την πολύτιμη δεψική ύλη - έφτανε τους 15000 τόνους περίπου το χρόνο. Μέχρι το 1954 ερχόμαστε δεύτεροι σε παραγωγή παγκοσμίως. Απ' αυτούς 3000 τόνοι μαζεύονταν από την περιοχή του Ξηρομέρου. Πρώτη ερχόταν και έρχεται η Τουρκία με τετραπλάσια παραγωγή.
Το βελανίδι μαζεύονταν τον Αύγουστο με Σεπτέμβριο. Στην συνέχεια απλώνονταν αμέσως γι' αποξήρανση ...σε καθαρά αλώνια, πλακόστρωτα ή στρωμένα με στεντόνια για να φυλάγονται από τον κίνδυνο της διαβροχής και της υγρασίας. Μετά διαχωρίζονταν έγκαιρα τα κύπελλα από τα βελανίδια και τέλος αποθηκεύονταν σε ξηρές αεριζόμενες αποθήκες.
Απ' όλες τις φυτικές δεψικές ύλες - γιατί υπάρχουν σήμερα και χημικά δεψικά παρασκευάσματα - το βελανίδι έχει την πιο διαλεχτή τανίνη. Γι' αυτό χρησιμοποιείται ευρύτατα στην βυρσοδεψία, στην κατεργασία της δοράς του δέρματος. Παλιότερα το βελανίδι αλευροποιούνταν σε ειδικούς μύλους, ιπποκίνητους, όπως τα λιοτρίβια και τα μαγκανοπήγαδα.
Σήμερα έχουν δημιουργηθεί ολόκληρες βιομηχανίες παρασκευής βελανιδιών όπως το πρότυπο εργαστήριο που κατεργάζεται, εκτός από την δική μας λιγοστή παραγωγή στις μέρες μας, το τούρκικο βελανίδι και βρίσκεται στις Ν.Δ. ακτές του κόλπου Γέρα (Μυτιλήνη) όπου αριθμεί ηλικία μεγαλύτερη του αιώνα, με εγκαταστάσεις βέβαια σήμερα εκσυγχρονισμένες.
Η εγχώρια βυρσοδεψία απαιτεί 30000 τόνους δεψικές ύλες και χρησιμοποιεί δεψικά εκχυλίσματα του εξωτερικού, καθώς και άλλες εγχώριες ακατέργαστες δεψικές ύλες όπως ο πευκοφλοιός, το ρούδι, το σχινόφυλλο κ.ά. Οι μεγάλες αιωνόβιες βελανιδιές με τα μεγάλα και ατόφια κλωνάρια τους κατεβάζουν 100 έως 500 κιλά καρπό το χρόνο η καθεμιά, αλλά και τριπλάσια ποσότητα οξυγόνου από κάθε άλλο δέντρο.
Μια τέτοια γέρικη βελανιδιά έκοβαν κάποτε οι υλοτόμοι. Το ροζιάρικο και χοντρό κορμί της δύσκολα τεμαχιζόταν. ΓΓ αυτό χρησιμοποίησαν βοηθητικές ξύλινες σφήνες καμωμένες από το ίδιο ξύλο. Το πικρό της παράπονο το μεταδίδει ο Αίσωπος με τους παρακάτω στίχους:
«...σχίζαν ξυλάδες την γριά βαλανιδιά
με σφήνες από το ίδιο το κορμί της
κι είπεν η δόλια τον πικρό καημό της:
...Δεν μου πικραίνει τόσο την καρδιά
τ' άγριο τσεκούρι που με ξάπλωσε κομμένη
μα τα δικό μου τα κλαδιά
οι σφήνες τα ίδια μου παιδιά
έχουν τη δόλια μου καρδιά φαρμακωμένη»
Η φλούδα της βελανιδιάς, φρέσκια ή ξηρή, βράζεται και πίνεται σαν ρόφημα - φάρμακο εναντίον της δυσεντερίας και της αιμορραγίας. Το λάδι που βγαίνει από την βελανιδιά καθαρίζει το δέρμα στο πρόσωπο, ιδιαίτερα από τις φακίδες. Βάφει ακόμα τα μαλλιά δίνοντας ωραίο καστανό χρώμα.
Η ξυλεία των βελανιδιών είναι σκληρή, βαριά και στέρεη και μεγάλης διάρκειας.
Όταν βρίσκεται μέσα στο νερό συνέχεια, διατηρείται απρόσβλητη και μαυρίζει σαν έβενος. Σε όλα τα παλιά σπίτια του χωριού μας τα πατώματα, τα δοκάρια και τα μαδέρια είναι από ξύλο ντόπιας βελανιδιάς, σύμφωνα με μαρτυρίες παππούδων του χωριού.
Πουθενά αλλού στην Ευρώπη δεν υπήρχε τόσος αριθμός ογκωδών δέντρων. Βαποριές από τα καύκαλα των καρπών του φόρτωναν για τη Μυτιλήνη και το μάζεμα τους ήταν κάτι παραπάνω απ' ότι γίνεται με τις ελιές. Όλα αυτά τα δέντρα και οι εκτάσεις έχουν εξοντωθεί για χωράφια και κάρβουνα. Τα δρυοδάση αυτά ήταν οι πανάρχαιοι ορφικοί Δρυμοί που είχε αποθανατίσει η λύρα του Ορφέα. «Οι δρυς και οι βαλανιδιές - γράφει ο Νίκανδρος το 150 π.Χ. καθώς υψώνονταν ήσυχες και καμαρωτές ξεσηκώθηκαν από την ρίζα τους για να σύρουν το χορό που συνόδευε η λύρα του Ορφέα...».
Αλλά οι δρυμοί των βελανιδιών στην αρχαιότητα ήταν το καταφύγιο των νυμφών που ονομαζόταν Δρυάδες, Δρυμοχαρείς, Υληωροί, κ.ά. Στην Δωδώνη της Ηπείρου όπου λάτρευαν το Δία, υπήρχε άλσος βαλανιδιών. Μια από αυτές, η Ιερή Φηγός, προστάτευε στην κουφάλα της το ομοίωμα του Δία που λέγονταν γι’ αυτούς και φηγοναίος. Με το θρόισμα της φυλλωσιάς της ιερής δρυός, ο Δωδωναίος θεός φανέρωνε στους ανθρώπους την θέληση του.
Κάτω από την Δρυ βαλανιδιάς του Μαμβρή στη Χεβρώνα φανερώθηκε ο θεός στον Αβραάμ με την τριαδική μορφή του (Γεν. ΙΗ). Από τα κλωνάρια μεγάλης δρυός, στο δρυμό Ευφραίμ πιάστηκε και κρεμάστηκε από τα μαλλιά του ο Αβεσαλώμ, βρίσκοντας φρικτό θάνατο, για να μείνει απαρηγόρητος ο πατέρας του Βασιλιάς Δαυίδ.
Λίγα λείψανα έχουν μείνει σήμερα από την οργιώδη βλάστηση των ορφικών δρυμών, αν δεν εξαφανιστούν κι αυτά σαν θύματα του πολιτισμού και να εξαφανιστούν μαζί τους και τόσα ερωτήματα, που σβήνουν αναπάντητα μέσο στη σιωπή και τη γαλήνη των πράσινων θόλων των δασών αυτών, που απέμειναν στον παραδείσιο χώρο των αρχαίων θεών, των Νυμφών, των Χαρίτων και των Μουσών.
Την ωραία όμως φύση με την ιστορία και τους ορφικούς θρύλους, τη γραφικότητα του τοπίου, την υγεία και την δροσιά των βελανιδιών δεν είναι κρίμα να την αφήσουμε να σβήσει κι αυτή.
Πηγή: περιοδικό του συλλόγου Σταμνάς «ΩΛΕΝΟΣ», Δεκέμβριος 1999.
Επιμέλεια-Ανάρτηση: Τάκης Ευθυμίου
http://fthiotikos-tymfristos.blogspot.gr/2015/11/blog-post_84.html?spref=fb
ΩΡΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΕΡΝΑΕΙ