Κάθε χρόνο, για πολλούς από εμάς, ο στολισμός του Επιταφίου είναι ένα έθιμο που γεμίζει τη ζωή μας και μας κάνει να νιώθουμε ακόμη πιο βαθιά τη συμμετοχή μας στο Θείο Πάθος.
Με μεγάλη ευλάβεια και σεβασμό και τηρώντας τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις, κυρίες και δεσποινίδες του Μοναστηρακίου, αμέσως μετά το πέρας της ακολουθίας των Παθών το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, κάθισαν και στόλισαν τον επιτάφιο έτσι ώστε το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής να είναι έτοιμος να δεχθεί το σώμα του Χριστού κατά την Αποκαθήλωση.
Διάφορα λουλούδια σε αποχρώσεις του μωβ και του λευκού κυρίως, διακοσμούν τον επιτάφιο. Το αποτέλεσμα, όπως φαίνεται και στις φωτογραφίες, είναι εξαιρετικό. Αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετά από τα λουλούδια προσφέρθηκαν από τους πιστούς.
Μετά τον στολισμό του επιταφίου όσοι παρέμειναν έψαλλαν τα "Πάθη του Χριστού ή το Μοιρολόι της Παναγίας, η οποία ξενυχτάει το μονάκριβο Υιό της: Σήμερα μαύρος ουρανός..." που ακούγεται σε πολλά μέρη με παραλλαγές καθόλη τη διάρκεια της ημέρας.
Η συγκίνηση της λαϊκής ψυχής για το θείο δράμα κορυφώνεται. Σε πολλά μέρη της Ελλάδας γυναίκες και κορίτσια διανυκτερεύουν στην εκκλησία, «φυλάγουν και μοιρολογούν τον Χριστό», όπως συνηθίζουν να κάνουν για κάθε αγαπητό τους λείψανο. Εκεί με κατάνυξη λένε τραγουδιστά τα Πάθη του Χριστού ή το Μοιρολόγι της Παναγιάς:
Κάτω στα Ιεροσόλυμα και στου Χριστού τον Τάφο
εκεί δεντρί δεν ήτανε, δεντρί εφανερώθη.
το δέντρο ήταν ο Χριστός κι η ρίζα η Παναγία,
κι αυτά τα ριζοκλώναρα ήταν οι μαθητές του,
κι αυτά τα φύλλα που ‘πεφταν, ήταν οι μάρτυρές του,
που μαρτυρούσαν κι έλεγαν για του Χριστού τα Πάθη:
Κάτω στα Ιεροσόλυμα και στου Χριστού τον Τάφο
εκεί δεντρί δεν ήτανε, δεντρί εφανερώθη.
το δέντρο ήταν ο Χριστός κι η ρίζα η Παναγία,
κι αυτά τα ριζοκλώναρα ήταν οι μαθητές του,
κι αυτά τα φύλλα που ‘πεφταν, ήταν οι μάρτυρές του,
που μαρτυρούσαν κι έλεγαν για του Χριστού τα Πάθη:
"Σήμερα μαύρος Ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα,
σήμερα όλοι θλίβουνται και τα βουνά λυπούνται,
σήμερα βάλανε βουλή οι άνομοι Εβραίοι,
οι άνομοι και τα σκυλιά κι' οι τρισκαταραμένοι
για να σταυρώσουν το Χριστό, των Πάντων Βασιλέα.
Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι
να λάβει δείπνον μυστικόν για να τον λάβουν όλοι.
Κι' η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της,
τας προσευχάς της έκανε για το Μονογενή της.
Φωνή της ήρθ' εξ Ουρανού κι' απ' Αρχαγγέλου στόμα:
-Πάψε κυρά μου τας προσευχάς, πάψε και τας μετάνοιας
και τον υιόν σου τον πιάσανε και στον χαλκιά τον πάνε
και στου Πιλάτου τας αυλάς εκεί τον τυραγνάνε.
- Χαλκιά, χαλκιά, φτιάξε καρφιά, φτιάξε τρία περόνια
και 'κείνος ο παράνομος βαρεί και φτι'ανει πέντε.
- Σύ Φαραέ που τά ' φτιασες, πρέπει να μας διατάξεις.
-Τα δυό βάλτε στας χείρας του και τ' άλλα δυο στας πόδας,
το πέμπτο το φαρμακερό, βάλτε το στην καρδιά του,
να τρέξει αίμα και νερό να λιγωθεί η καρδιά του.
Κι' η Παναγιά σαν τ΄άκουσε έπεσε και λιγώθη,
σταμνί νερό της ρίξανε, τρία κανάτια μόσχο και
τρία με ροδόσταμα για να της έρθει ο νούς της.
Κι' όταν της ήρθ' ο λογισμός, κι' όταν της ήρθ' ο νους της,
ζητάει μαχαίρι να σφαεί, ζητάει φωτιά να πέσει,
ζητάει γκρεμό να γκρεμιστεί για τον Μονογενή της.
Κι' η Μάρθα κι' η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η Μάνα
και του Ιακώβ η αδερφή κι' οι τέσσερις αντάμα
σαν πήραν το στρατί στρατί,στρατί το μονοπάτι,
το μονοπάτι τς' έβγαλε μεσ' στου ληστή την πόρτα.
Φωνή της ήρθ' εξ Ουρανού κι' απ' Αρχαγγέλου στόμα:
-Πάψε κυρά μου τας προσευχάς, πάψε και τας μετάνοιας
και τον υιόν σου τον πιάσανε και στον χαλκιά τον πάνε
και στου Πιλάτου τας αυλάς εκεί τον τυραγνάνε.
- Χαλκιά, χαλκιά, φτιάξε καρφιά, φτιάξε τρία περόνια
και 'κείνος ο παράνομος βαρεί και φτι'ανει πέντε.
- Σύ Φαραέ που τά ' φτιασες, πρέπει να μας διατάξεις.
-Τα δυό βάλτε στας χείρας του και τ' άλλα δυο στας πόδας,
το πέμπτο το φαρμακερό, βάλτε το στην καρδιά του,
να τρέξει αίμα και νερό να λιγωθεί η καρδιά του.
Κι' η Παναγιά σαν τ΄άκουσε έπεσε και λιγώθη,
σταμνί νερό της ρίξανε, τρία κανάτια μόσχο και
τρία με ροδόσταμα για να της έρθει ο νούς της.
Κι' όταν της ήρθ' ο λογισμός, κι' όταν της ήρθ' ο νους της,
ζητάει μαχαίρι να σφαεί, ζητάει φωτιά να πέσει,
ζητάει γκρεμό να γκρεμιστεί για τον Μονογενή της.
Κι' η Μάρθα κι' η Μαγδαληνή και του Λαζάρου η Μάνα
και του Ιακώβ η αδερφή κι' οι τέσσερις αντάμα
σαν πήραν το στρατί στρατί,στρατί το μονοπάτι,
το μονοπάτι τς' έβγαλε μεσ' στου ληστή την πόρτα.
-Άνοιξε πόρτα του ληστή και πόρτα του Πιλάτου.
Κ' η πόρτα από το φόβο της, ανοίγει μοναχή της.
Κοιτάει δεξιά, κοιτάει ζερβά,κανέναν δεν γνωρίζει
κοιτάει και δεξιότερα βλέπει τον Άγιο Γιάννη.
-Αφέντ', ΑΓιάννη, Πρόδρομε και βαπτιστά του γυιού μου
μην είδες τον υιγιόκα μου και σέ δάσκαλό σου;
-Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω,
δεν έχω χειροπάλαμο, να σου τον υποδείξω.
Βλέπεις εκείνον τον γυμνό, τον παραπονεμένο,
όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο,
οπού φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι,
εκείνος ειν' ο γιόκας σου και με ο δάσκαλος μου!
Κι' η Παναγιά πλησίασε γλυκά τον ερωτάει:
-Δεν μου μιλάς παιδάκι μου, δεν μου μιλάς παιδί μου;
-Τι να σου πω, Μανούλα μου, που διάφορο δεν έχεις.
Το Μέγα Σάββατο πρωί, κοντά στο μεσημέρι,
που θα λαλήσ' ο πετεινός, σημάνουν οι καμπάνες,
σημαίν’ ο Θιός, σημαίν’ η Γη, σημαίνουν τα Επουράνια,
σημάνει κι' η Αγιά Σοφιά το Μέγα Μοναστήρι
με τετρακόσια σήμαντρα, κι εξήντα δυο καμπάνες
κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Όποιος τ’ ακούει σώζεται κι' όποιος το λέει αγιάζει
κι' όποιος το παραδέχεται, Παράδεισο θα λάβει!
Παράδεισο και λίβανο από τον Άγιο Τάφο!
Κ' η πόρτα από το φόβο της, ανοίγει μοναχή της.
Κοιτάει δεξιά, κοιτάει ζερβά,κανέναν δεν γνωρίζει
κοιτάει και δεξιότερα βλέπει τον Άγιο Γιάννη.
-Αφέντ', ΑΓιάννη, Πρόδρομε και βαπτιστά του γυιού μου
μην είδες τον υιγιόκα μου και σέ δάσκαλό σου;
-Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω,
δεν έχω χειροπάλαμο, να σου τον υποδείξω.
Βλέπεις εκείνον τον γυμνό, τον παραπονεμένο,
όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο,
οπού φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι,
εκείνος ειν' ο γιόκας σου και με ο δάσκαλος μου!
Κι' η Παναγιά πλησίασε γλυκά τον ερωτάει:
-Δεν μου μιλάς παιδάκι μου, δεν μου μιλάς παιδί μου;
-Τι να σου πω, Μανούλα μου, που διάφορο δεν έχεις.
Το Μέγα Σάββατο πρωί, κοντά στο μεσημέρι,
που θα λαλήσ' ο πετεινός, σημάνουν οι καμπάνες,
σημαίν’ ο Θιός, σημαίν’ η Γη, σημαίνουν τα Επουράνια,
σημάνει κι' η Αγιά Σοφιά το Μέγα Μοναστήρι
με τετρακόσια σήμαντρα, κι εξήντα δυο καμπάνες
κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Όποιος τ’ ακούει σώζεται κι' όποιος το λέει αγιάζει
κι' όποιος το παραδέχεται, Παράδεισο θα λάβει!
Παράδεισο και λίβανο από τον Άγιο Τάφο!