Ταξιδεύοντας κανείς από Αγρίνιο προς Αστακό δια μέσω Γουριώτισσας - Σκουρτούς, ακριβώς στην κορυφή του λόφου πάνω απ` την όμορφη λίμνη Οζερό, συναντά στα δεξιά του πινακίδα που κατευθύνει μετά από ένα χιλιόμετρο και κάτι στο Μοναστήρι της Παναγίας Λιγοβιτσιάνας.
Η όλη διαδρομή μετά τη Γουριώτισσα είναι μαγευτική. Ανεβαίνοντας τις στροφές του δρόμου μέσα απο δάσος αιωνόβιων βελανιδιών, ατενίζεις συνέχεια στα δεξιά σου την τροφοδότρα και νερομάνα πεδιάδα του Αγρινίου. Στον κοντινό και μακρινό σου ορίζοντα είναι έντονο το υγρό στοιχείο και οι κατοικημένοι τόποι, που μαρτυρούν την αιώνια παρουσία του ανθρώπου κοντά του. Χωρίς να το αντιληφθείς συναντάς μπροστά σου το ιστορικό Μοναστήρι, που σου δίνει την εντύπωση ότι διαφεντεύει απο ψηλά ολόκληρη την πεδιάδα.
Το Μοναστήρι της Παναγίας στο Λιγοβίτσι Ξηρομέρου – Μακρίνας Μαρκοπούλου Ηγουμένης Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου – Έκδοση 1994. «Ιστορικά στοιχεία Ο καταλύτης χρόνος τύλιξε μέσα στα σκοτεινά του πέπλα και έθαψε αχάριστα στη λησμονιά τα ονόματα των κτητόρων του ιερού Μοναστηριού καθώς και την ακριβή χρονολογία της ιδρύσεώς του. Μια πλάκα εντοιχισμένη στη βόρεια πλευρά της παλιάς τραπεζαρίας φέρει το 1737 ως χρόνο ιδρύσεως του μοναστηριού. Δεύτερη χρονολογία 1760 που υπάρχει σε κελλί, ενώ Τρίτη 1787, δηλώνει το χρόνο κατασκευής της στοάς με την θαυμάσια κιονοστοιχία, έργο σπουδαίων λαϊκών μαστόρων. Φαίνεται όμως, πως τότε χτίστηκε το μεσαίο συγκρότημα, που περιελάμβανε την τραπεζαρία των μοναχών και το υπόγειο της στέρνας. Το υπόλοιπο μοναστηριακό οικοδόμημα, κατά τη γνώμη πολλών ειδικών, είναι παλαιότερο.
Το Μοναστήρι της Παναγίας στο Λιγοβίτσι Ξηρομέρου – Μακρίνας Μαρκοπούλου Ηγουμένης Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου – Έκδοση 1994. «Ιστορικά στοιχεία Ο καταλύτης χρόνος τύλιξε μέσα στα σκοτεινά του πέπλα και έθαψε αχάριστα στη λησμονιά τα ονόματα των κτητόρων του ιερού Μοναστηριού καθώς και την ακριβή χρονολογία της ιδρύσεώς του. Μια πλάκα εντοιχισμένη στη βόρεια πλευρά της παλιάς τραπεζαρίας φέρει το 1737 ως χρόνο ιδρύσεως του μοναστηριού. Δεύτερη χρονολογία 1760 που υπάρχει σε κελλί, ενώ Τρίτη 1787, δηλώνει το χρόνο κατασκευής της στοάς με την θαυμάσια κιονοστοιχία, έργο σπουδαίων λαϊκών μαστόρων. Φαίνεται όμως, πως τότε χτίστηκε το μεσαίο συγκρότημα, που περιελάμβανε την τραπεζαρία των μοναχών και το υπόγειο της στέρνας. Το υπόλοιπο μοναστηριακό οικοδόμημα, κατά τη γνώμη πολλών ειδικών, είναι παλαιότερο.
Ο θρύλος, που γεννά η αθάνατη ψυχή του λαού, αναμειγμένος με την παράδοση των αγνών κατοίκων του Ξηρομέρου, λέει πολλά για τούτο το μοναστήρι: Αναφέρει για τους κτήτορες, πως ήταν δύο αδελφοί ο Λιγοβός και η Βενετσιάνα. Ήταν Σλάβοι την καταγωγή, έμειναν στη Σκουρτού και από υπερβολική ευσέβεια και αγάπη προς τον Θεό έκτισαν αυτό το ιερό ίδρυμα για να δοξάζεται ακατάπαυστα το όνομά του από τα επίγεια χερουβείμ, τους μοναχούς. Από τους κτήτορες πήρε το όνομα Παναγία η Λιγοβιτσιάνα……………
Ο ρόλος που έπαιξε τούτο το μοναστήρι στα δύσκολα χρόνια του έθνους το κρατάει αθάνατο και αιώνιο. Έδωσε το παρόν σε κρίσιμες και ιστορικές στιγμές. Έγινε κολυμβήθρα του Σιλωάμ, που αναβάπτισε τη φυλή μας.Κατά τους χρόνους της μακραίωνης τουρκικής σκλαβιάς πρόσφερε ολόκληρο το έμψυχο και άψυχο δυναμικό του για να φιλοξενήσει και εμψυχώσει τον Καραϊσκάκη με τα παλληκάρια του, που κατέφυγαν στην μάνδρα του μετά την αποτυχία στο Αιτωλικό. Προτίμησαν το Λιγοβίτσι γιατί προσφερόταν σαν άριστη στρατηγική θέση, λόγω του απρόσιτου, του περίβλεπτου και του ύψους της περιοχής……………
Οι μοναχοί παρουσίασαν και πολιτιστική δράση. Δεν περιφρόνησαν τα αγαθά του πολιτισμού, όπως πολλοί τους κατηγορούν. Με τα χρήματα της Μονής χτίζουν σχολεία, υδραγωγεία, ανοίγουν πηγάδια για να λύσουν το πρόβλημα ύδρευσης της περιοχής. Περισσότερα από δέκα πηγάδια στην περιοχή άνοιξαν τα τρεμάμενα από τη νηστεία και την προσευχή χέρια…………….
Για την ποικίλη αυτή δράση του το Μοναστήρι τράβηξε το ενδιαφέρον των Τούρκων. Ύστερα από λίγα χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης, έπεσε ηρωϊκά μαχόμενο το 1825, όπως αναφέρουν τα Ελληνικά Χρονικά. Εδώ έγινε μακελιό, το φρούριο έπεσε και το κάστρο πατήθηκε από το αλλόθρησκο ποδάρι του Τούρκου. Το Μοναστήρι κάηκε και μαζί του καταστράφηκαν όλοι οι θησαυροί. Δεν έμεινε τίποτε να διηγηθεί στους μεταγενέστερους τη δόξα και το μεγαλείο του……………..
Ύστερα από την καταστροφή, αφού ησύχασε ο έρημος τόπος, συγκεντρώθηκαν όσοι μοναχοί είχαν απομείνει και έκτισαν πάλι το μοναστήρι σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το γεγονός τούτο, καθώς και η φιλανθρωπική και πολιτιστική δράση των μοναχών, φανερώνουν ότι τα οικονομικά της Μονής ήταν ανθηρά και ο πλούτος μεγάλος. Απέραντες εκτάσεις με αμπέλια και ελιές ανήκαν στο Μοναστήρι. Χιλιάδες αιγοπρόβατα έβοσκαν στα πλούσια δάση και λειβάδια του. Η δόξα όμως δεν κράτησε για πολύ. Το 1833 ο βαυαρός Όθωνας με διάταγμά του έκλεισε πολλά μοναστήρια και εδήμευσε την περιουσία τους. Μεταξύ αυτών ήταν και το ιστορικό Λιγοβίτσι. Διεσκορπίστηκαν οι μοναχοί και η περιουσία διαμοιράστηκε στους ακτήμονες χωρικούς………………
Μέσα από τη στάχτη του ύστερα από χρόνια ανέτειλε δειλά ένας φοίνικας νέας μοναχικής γυναικείας πολιτείας, μια έπαλξη πνευματικής ζωής.Το μοναστήρι ύστερα από τις πολλές του περιπέτειες, έτσι ερειπωμένο, δείνει το παρόν μόνο σε μια ζωοπανήγυρη, που γίνεται δέκα μέρες μετά το πανηγύρι του Μαχαλά, στις 26 Σεπτεμβρίου προς τιμή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου. Έρχονται χιλιάδες προσκυνητές και πολλοί έμποροι από Αγρίνιο, Αμφιλοχία, Γιάννενα και Πελοπόννησο για να πωλήσουν και ανταλλάξουν τα προϊόντα τους. Κράτησε αυτή η εκδήλωση μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Σιγά – σιγά καταργήθηκε και το Μοναστήρι συγκέντρωνε τους πιστούς μόνο την ημέρα της μνήμης του.
Στις 15 Αυγούστου όλο το Ξηρόμερο συγκεντρώνεται στον ιερό τούτο χώρο για να υμνήσει και τιμήσει την Μητέρα του Θεού, την Παντάνασσα του ουρανού και της γης………………………..» Θησαυροί και επιγραφές «…..Είχε χιλιάδες στρέμματα αμπέλια και ελιές, που έφθαναν μέχρι Γουριώτισσα, Σκουρτού και Μαχαλά. Ακόμη κοπάδια αιγοπρόβατα και μεταφορικά ζώα για τις ανάγκες της Μονής. Άφθονα γεωργικά προϊόντα, σιτάρι και κρασί, γέμιζαν τις μεγάλες αποθήκες της. Υπάρχουν και σήμερα τα ερείπια των σταύλων και των αποθηκών. Σήμερα το μοναστήρι, ως κτηματική περιουσία, έχει μόνο δέκα στρέμματα περίπου , που απέμειναν μετά την απαλλοτρίωση του 1953.
Πολλά χρυσά και αργυρά τάματα και αναθήματα καθώς χειρόγραφα με την ιστορία της μονής και γεγονότα της επανάστασης καταστράφηκαν από ανθρώπους, που δεν ήξεραν την αξία τους ή κάηκαν από τους εχθρούς. Απέμεινε μια λειψανοθήκη μεγάλης αξίας με λείψανα των Αγίων: Γεωργίου, Τρύφωνα, Παντελεήμονα, και της Αγίας Βαρβάρας. Από τις επιδρομές και τις κλοπές διασώθηκαν μερικές εικόνες που χρονολογούνται από το 1814, χωρίς μεγάλη αξία για την τέχνη και την αρχαιότητά τους. Ένας μεγάλος θησαυρός του μοναστηριού ήταν το ονομαστό ευαγγέλιο του Λιγοβιτσίου. Τυπώθηκε το πρώτο στο τυπογραφείο του Πάνου Θεοδοσίου στη Βενετία το 1811. Το χρυσό του πλαίσιο, άριστο σε τέχνη, κατασκευάστηκε από τον καλλιτέχνη Αθανάσιο Τζιμούρη από τους Καλαρρύτες των Ιωαννίνων. Τα έξοδα της κατασκευής, που έφθασαν πολλά τουρκικά γρόσια, πρόσφερε ο Παναγιώτης Γαλάνης, γόνος της μεγάλης οικογένειας των Γαλανέων, που ζουν ακόμη σήμερα στο Μαχαλά.
Το ευαγγέλιο στο ένα εξώφυλλο είχε τη Σταύρωση του Κυρίου με τη Μητέρα και το Μαθητή πλησίον του Σταυρού. Στο κάτω μέρος την Ταφή του Κυρίου. Στις γωνίες τους τέσσερους προφήτες Δαβίδ, Σολομόντα, Δανιήλ και Ιερεμία. Στη δεξιά πλευρά το Μυστικό Δείπνο, τη Γέννηση, τη Βαϊοφόρο και τη Βάπτιση του Κυρίου. Στο αριστερό μέρος απεικόνιζε την Ανάληψη του Σωτήρα. Στο μέσο την Ανάστασή του. Κάτω την Ψηλάφηση του Θωμά. Στις τέσσερες γωνίες τους Ευαγγελιστές με τα σύμβολά τους. Στις δύο πλευρές του αριστερού μέρους ήταν ο Ιησούς, που διδάσκει στο Ναό και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου.
Το ιερό βιβλίο ασφαλιζόταν με τέσσερους θηλυκωτήρες, που ο καθένας εικόνιζε εξαπτέρυγο. Στο πίσω μέρος του βιβλίου διαβάζαμε «Εκατασκευάσθη εις Καλαρρύτας χωρίον Ιωαννίνων, δια χειρός Αθανασίου Νικολάου Τζημούρη». Το ιερό τούτο κειμήλιο καθώς και άλλα πολλά, εξαφανίστηκαν, χωρίς να γνωρίζει κανείς την τύχη τους.Στα ερειπωμένα κτίρια της Μονής βρέθηκαν μερικές επιγραφές. Μία επιγραφή εντοιχισμένη στο Ανατολικό μέρος της στέρνας αναγράφει ως χρονολογία ιδρύσεως, ίσως της πτέρυγας αυτής, το 1737.
Επιγραφή δυσανάγνωστη κάνει λόγο για κάποιο «λοιμό» που είχε απλωθεί στην περιοχή το 1738, «επήρε λημός». Στα τόξα των κελλιών είναι χαραγμένες, όπως σημειώσαμε, οι χρονολογίες 1760, 1787, κατά τις οποίες ιδρύθηκαν ίσως τα διάφορα συγκροτήματα. Στην πλευρά, που βρίσκεται στην είσοδο του παλιού φουρναριού, είναι χαραγμένες πάνω σε πωρόλιθο ανάγλυφες παραστάσεις, ο δικέφαλος αετός, λιοντάρι, πτηνά που τρώγουν σταφύλια, διάφορα γραμμικά σχήματα, ήλιος, όλα ενδεικτικά σχήματα και σύμβολα μαστόρων.