Καρκίνος, μία λέξη που δε μας αγγίζει μέχρι να μας ραγίσει την καρδιά. Είναι τόσο παράξενο που ενώ την ακούς καθημερινά, τίποτα δε σε ταρακουνά περισσότερο όσο το άκουσμά της από κάποιο κοντινό σου πρόσωπο.
Το ρήμα «έχω» φτιάχνει ίσως και τη χειρότερη πρόταση της ελληνικής γλώσσας όταν στέκεται δίπλα σε αυτό το ουσιαστικό. Ας ήταν λέξη, μόνο μία λέξη και ας ανοίγαμε λεξικά για να μάθουμε τη σημασία της.
Αν δεν έχεις ακούσει, λοιπόν, χαμηλόφωνα τον δικό σου άνθρωπο να σου εξομολογείται ΑΥΤΟ το πράγμα δεν έχεις νιώσει τι είναι να χάνεις τη γη κάτω από τα πόδια σου.
Το μυαλό σου δεν έχει κάνει ποτέ τόσα σενάρια μαζεμένα, το βλέμμα σου δεν έχει κοιτάξει το απόλυτο κενό, τα πάντα γύρω σου δεν έχουν μαυρίσει. Ναι, μιλάμε για το απόλυτο μαύρο.
Πώς «πέφτει» το κανάλι στην τηλεόραση και ξαφνικά βλέπεις μία μαύρη οθόνη; Κάπως έτσι μοιάζουν όλα μπροστά σου ενώ εσύ ψάχνεις τη συχνότητά σου. Όσα παρόμοια περιστατικά και αν έχεις ακούσει, ξαφνικά ο κόσμος κλείνεται μέσα σε ένα κουτί, «σηκώνεις» τείχη και σφίγγεις δόντια. Θα αναρωτηθείς, γιατί σε αυτόν, γιατί σε εμάς, γιατί, γιατί, γιατί.
Μάλλον ήταν ένα από τα «άτυχα» χαρτάκια της κλήρωσης.
Γιατροί, νοσοκομεία, θεραπείες, φάρμακα μπαίνουν στη ζωή σου μέσα σε μία ημέρα, χωρίς καν να τους το ζητήσεις.
Βλέπεις τη μαμά σου, τον μπαμπά σου, τη γιαγιά σου ή ακόμη και την κολλητή σου σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου να δίνει τη μεγαλύτερη μάχη. Εσύ από την άλλη οφείλεις να είσαι μέσα σε αυτό το δωμάτιο με το χαμόγελο στα χείλη είτε σου βγαίνει, είτε δε σου βγαίνει. Όχι, εδώ οφείλεις να χαμογελάσεις.
Μα εννοείται πως θα είστε οι νικητές, γιατί όποιος αγαπάει... νικάει. Με την αγάπη όλα θα τα καταφέρετε, γιατί ο καρκίνος δεν είναι πια αυτή η επάρατος νόσος που ήθελαν κάποτε να λένε. Έχεις δει πόσοι την έχουν νικήσει;
O καρκίνος θα τον κάνει κουρέλι, στο λέω εγώ που έχω δει από τόσο κοντά δύο αγαπημένα μου πρόσωπα να τα «βάζουν» μαζί του. Εσύ όμως τι θα κάνεις για αυτό; Η πρώτη φορά που αισθάνθηκα αυτόν τον «κεραυνό» στο μυαλό και το σώμα μου δεν ήμουν καν 18. Τότε όμως ήρθε και η ενηλικίωσή μου ακόμη και αν τα γενέθλιά μου αργούσαν. Μέσα σε αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα, που εκείνη μου ανακοίνωσε το κακό μαντάτο εγώ βίωσα τον πόνο που δεν ταιριάζει σε ένα παιδί.
Ήταν πάντα ειλικρινής μαζί μου και ποτέ δεν υπήρξαν «μυστικά» ανάμεσά μας. Έμαθα στα 12 μου πως ο καρκίνος έχει τους νικητές και τους χαμένους. Δε μας απογοήτευσε γιατί μετά από δεκαπέντε χρόνια συνεχίζει να μας λέει καλημέρα, καληνύχτα και να μας χαρίζει την πιο ζεστή της αγκαλιά. Και ο δικός σου άνθρωπος έτσι πρέπει να το «παλέψει», να κοιτάει μόνο την κορδέλα του νικητή, αυτή που κόβουν οι δρομείς όταν φτάνουν στο τέρμα.
Πριν από δύο χρόνια όμως ο καρκίνος μας «χτύπησε» ξανά την πόρτα. Αυτή τη φορά μας νίκησε, μάλλον μας το χρωστούσε, τι να σου πω. Ξέρεις όμως τι μου έμαθε; Πώς η ζωή είναι τόσο ωραία για να τη σπαταλάμε σε ανούσια πράγματα. Αισθάνθηκα τόσο μικρή και λίγη όταν έβλεπα τη γιαγιά μου να δίνει την πιο άνιση μάχη και να μην τα παρατάει. Ήθελε να δώσει σε όλους μας ένα μεγάλο μάθημα. Πως ακόμη και ο τρόπος που έζησε όλους αυτούς τους μήνες με τον καρκίνο ήταν μία μεγάλη νίκη.
Μπορεί ΕΚΕΙΝΟΣ να της πήρε τα πάντα, αλλά ποτέ δεν της πήρε την αγάπη και χαρά που έζησε όλα αυτά χρόνια. Αυτά δε θα καταφέρει να τα πάρει από κανέναν. Η φωνή της ακόμη ηχεί στα αυτιά μου, η εικόνα της ακόμη υπάρχει στα όνειρά μου, αλλά ξέρεις πώς; Να μου λέει: «Είμαι καλά, μια χαρά», ενώ όλοι μας δίπλα νιώθαμε τον πόνο της, τη βλέπαμε να έχει παραδοθεί αλλά εκείνη ποτέ δε μας το είπε. Ποτέ δεν τα έβαλε μαζί του, ποτέ δεν του έκανε τη χάρη να «λυγίσει».
Να τους αγαπάς, λοιπόν, πολύ αυτούς που «παλεύουν» μαζί του, γιατί αυτή είναι η δύναμή τους. Μην σκεφτείς ποτέ απαισιόδοξα, γιατί δεν είναι αήττητος, εσείς και μόνο θα είστε οι νικητές.