Να βρούμε τις διαφορές, να διορθώσουμε τα λάθη, να ακολουθήσουμε το δρόμο που μας έδειξαν…
Όχι ότι πάσχουμε από νόμους στην Ελλάδα και από μηχανισμούς ελέγχου. Το αντίθετο.
Ωστόσο, σε τούτη τη χώρα που δεν μεταφράζονται λέξεις όπως «μπέσα» και «φιλότιμο», φροντίσαμε να προστεθούν τα τελευταία χρόνια και άλλες. Ενδεικτικό παράδειγμα, …τα «λαμόγια»! Κι από δαύτα, άλλο καλό!
Έφαγαν, ρήμαξαν, κατέστρεψαν, λεηλάτησαν …και συνεχίζουν. Κάθε μέρα κι από ένα καινούριο σκάνδαλο.
Όποια πέτρα κι αν σηκώσει κανείς, «λαμόγια» θα βρει, βρωμιά και δυσωδία.
Γιατί;
Είναι απλό: Διότι τα έφτιαξαν όλα κομμένα και ραμμένα στα μέτρα τους.
Ιδού:
Στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, όλοι όσοι διαχειρίζονταν δημόσιο χρήμα, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους όφειλαν να δηλώσουν επισήμως το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας τους, τον τρόπο κτήσεώς της (το πόθεν έσχες, όπως θα λέγαμε σήμερα) και τις τυχόν απαιτήσεις τους (από δάνεια λ.χ.). Μετά απ’ αυτό, πήγαιναν στη Βουλή και στην Εκκλησία του Δήμου και κατέθεταν τα έγγραφα ενεχυρύσεως της περιουσίας τους.
Την υποθήκευαν δηλαδή.
Και κάθε πολίτης, ανά πάσα στιγμή, κατά τη διάρκεια ή μετά τη θητεία τους, είχε το δικαίωμα ενώπιον των Εύθυνων (εξεταστών – Εξεταστική Επιτροπή σήμερα) να καταγγείλει κακοδιαχείριση, αλλά και να ζητήσει τον έλεγχο των στοιχείων, ώστε να διαπιστωθεί αν η περιουσία τους αυξήθηκε. Μέχρι να ολοκληρωθεί ο έλεγχος δε και να διαπιστωθεί ότι αψόγως άσκησε τα καθήκοντά του ο κρινόμενος, του απαγορεύονταν η αποδημία.
Εάν εντόπιζαν το παραμικρό, το λιγότερο που μπορούσε να συμβεί σ’ όποιον υπήρχαν ενδείξεις έστω ότι… έβαλε το δάχτυλο στο μέλι, ήταν να δεσμευτεί όλη του η περιουσία, την οποία και ήδη είχε υποθηκεύσει υπέρ του δημοσίου.
Έτσι λειτουργούσε η δημοκρατία τότε. Γεννούσαν Παρθενώνες, όμως, έστω κι αν έπρεπε να κατηγορηθούν και να απολογηθούν. Σήμερα γεννάμε σκάνδαλα… και συζητάμε αν θα ασχοληθούμε μαζί τους!
Μια ήταν η βασική διαφορά και τη συναντάμε στο αττικό δίκαιο, στο σχετικό με την ψευδή υπόσχεση πολιτικού προς το λαό νόμο:
«Εάν τις υποσχόμενες τι τον δήμον εξαπατήσει, εισαγγελίαν είναι περί αυτού, καν αλώ, θανάτω ζημιούν». Θάνατος! Ποιος λοιπόν θα τολμούσε να πει ότι… «λεφτά υπάρχουν»; Ποιος θα διανοούταν να υποσχεθεί προεκλογικά κάτι που δεν θα τηρούσε μετεκλογικά; Ποιος θα έκανε «μαϊμουδιές» με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και ποιος θα υπέγραφε συμβάσεις, όπως εκείνες της Siemens; Μέχρι ποινή θανάτου σ’ όποιον εξαπατούσε το λαό! Για την ψεύτικη υπόσχεση μόνο…
Σήμερα, βέβαια, έχουμε προοδεύσει και δεν μπορεί να μιλάμε για τέτοιες ποινές. Εννοείται πως όχι! Όμως, …όχι και να τους αφήνουμε να «καμαρώνουν» από πάνω… Πάει πολύ. «Οι νόμοι», θα πει κάποιος. Σωστά.
Όμως και πάλι, δυόμισι χιλιετίες πριν, οι παππούδες μας είχαν προβλέψει: Όποιος εισηγηθεί νόμο που μπορεί να απέβη σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος (… λ.χ. Περί Ευθύνης Υπουργών) κατηγορείται για δημόσιο αδίκημα.
Όσο για τις «μίζες», οι διατάξεις ήταν σαφείς: «Τους δωροδοκούντας ή θανάτω ζημιούσθαι ή δεκαπλούν του εξ αρχής λήμματος εκτίνειν». Και «εάν τινά δώρα λαβόντα επιδείξωσιν και καταγνώσιν οι δικασταί, δώρων τιμώσιν, αποτίνεται δε και τούτο δεκαπλούν».
Με νεότερο νόμο, στην κλασική περίοδο, όποιος γλίτωνε το θάνατο, δεν όφειλε να πληρώσει τα δεκαπλάσια, αλλά καταδικάζονταν στην ποινή της ατιμίας και αυτός και τα παιδιά του, η δε περιουσία του, δεσμεύονταν.
Να λοιπόν γιατί τότε είχαμε πολιτικούς ηγέτες σαν τον Περικλή… και όχι σαν τους σημερινούς, τους χθεσινούς και πολύ φοβόμαστε και τους αυριανούς… λεβέντες.
Φώτης Μπερίκος