Γράφει για την αρχαία ακαρνανική πόλη ο Γερ. Η. Παπατρέχας:
«Ανάμεσα στα χωριά Χρυσοβίτσα, Πρόδρομος, Αγράμπελα του Κεντρικού Ξηρομέρου, κλεισμένη από Α. και Δ. από δυο βουνοσειρές, παρακλάδια των Ακαρνανικών, υπάρχει μια μεγάλη στενόμακρη, πολύ γόνιμη κοιλάδα.
Στο μέσο αυτής της κοιλάδας δεσπόζει ένα χαρακτηριστικό, κωνοειδές ύψωμα, γνωστό σαν «Κάστρο».
Εκεί απάνω φωλιασμένο, κατοπτεύει όλη τη περιοχή, το κάστρο των αρχαίων Κορόντων. Τμήματα από κυκλώπεια τείχη, μυκηναϊκές ταφές αλλά και το ίδιο το όνομα που είναι προελληνικό, μαρτυρούν την ύπαρξη της πόλης από την προϊστορική εποχή.
Μάλιστα μέχρι πριν λίγα χρόνια, θεωρούνταν σαν το βορειότερο σημείο του ελλαδικού χώρου όπου απαντούν μυκηναϊκές ταφές. Άποψη που δεν ισχύει σήμερα γιατί στο μεταξύ ανακαλύφτηκαν τέτοιες και στην Ήπειρο. Το αρχαίο τείχος, απ’ τα καλύτερα δείγματα ακαρνανικής τειχοποιίας, ήταν κι εδώ διπλό και βρίσκουμε σ’ αυτό όλα τα συστήματα δόμησης, δηλαδή πολυγωνικό, ισοδομικό και ψευδοϊσοδομικό.
Οι δρόμοι λατομήθηκαν επί τόπου και συγκεκριμένα στην νότια πλευρά του υψώματος.
Οι πλευρές δυτική και νότια ήταν από φυσικού τους οχυρές κι απροσπέραστες κι έτσι όλη η προσοχή κι η προσπάθεια για καλή οχύρωση παρατηρείται στις άλλες δυο πλευρές ή πιο σωστά ΒΔ, Β, Α και τμήμα της ΝΑ.
Το κάστρο είχε τρεις πύλες εντυπωσιακής τεχνικής, μία ανατολική, μια βόρεια και μια βορειοδυτική, με κεντρική τη δεύτερη που είχε διπλάσιο εύρος από τις άλλες.
Γι’ αυτό και ο δρόμος που ξεκινούσε απ’ αυτή είχε κι από τις δυο πλευρές τάφους. Ήταν ο πιο τιμητικός χώρος ταφής. Λίγο πιο μέσα από την κεντρική πύλη και μετά το δεύτερο περίβολο υπάρχει ημικυκλικό κτίσμα, με μεγάλους δρόμους κι αυτό, αλλά άγνωστο τι προορισμό είχε.
Από κει κι ο δρόμος για την ακρόπολη, που σκιάζεται από αιωνόβιες βελανιδιές. Στα 1956 έγινε μια μικρή ανασκαφική εργασία, από τον τότε έφορο αρχαιοτήτων Ν. Ζαφειρόπουλο με βοηθό τον υποφαινόμενο, με δαπάνη της Κοινότητας Χρυσοβίτσας. Αποκαλύφτηκε ο ναός, πολύ ενδιαφέρον κτίσμα του Δ' π.Χ. αι., η αγορά με πολλά ενδιαφέροντα κτίσματα και μια θαυμάσια δεξαμενή.
Ο ναός αφιερωμένος σε γυναικεία θεότητα ήταν δωρικού ρυθμού και περίπτερος, δηλαδή είχε κολώνες κι από τις τέσσερες πλευρές. Διακρίνονται καθαρά ο πρόναος, ο σηκός κι ο οπισθόδομος όπου φυλασσόταν το ξόανο της θεότητας. Δυο-τρεις κεφαλές από ειδώλια που βρέθηκαν είναι γυναικεία και γι’ αυτό συμπεραίνουμε ότι ήταν αφιερωμένος σε γυναικεία θεότητα. Στη θέση του πρέπει να υπήρχε αρχαιότερα ξυλόστεγος ναός γιατί μια κεφαλή ήταν αρχαϊκή.
Κτίρια υπήρχαν κι άλλα μέσα στο κάστρο και μάλιστα μερικά απ’ αυτά είχαν ψηφιδωτό δάπεδο αλλά χωρίς παραστάσεις. Αυτό τουλάχιστον φαίνεται από τα κομμάτια που είχαμε βρει έξω από το κάστρο όπου το εκκλησάκι του Άη-Θανάση, αποκαλύφθηκε η θεμελίωση άλλου ναού που όλα τα σημάδια δείχνουν ότι έμεινε μισοτελειωμένος ή ήταν ξυλόστεγος.
Πιο κάτω, όπου το μεγάλο πηγάδι Σορόκι, βρέθηκαν τα θεμέλια πολλών κατοικιών και μερικά πήλινα αγγεία της καθημερινής ζωής και μέσα στην κοίτη του Γερομπόρου ένα θαυμάσια διατηρημένο και εξαιρετικής τέχνης αρχαίο πηγάδι.
Δυστυχώς οι εργασίες σταμάτησαν από έλλειψη πιστώσεων. Δεν ήταν παρά μια πρόχειρη έρευνα αλλά με ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Πρέπει ν’ αναφέρω ότι άλλη μια μικρή έρευνα είχε πραγματοποιήσει ο Σωτηριάδης στα 1906 αλλά μόνο για την ανακάλυψη και έρευνα μυκηναϊκών τάφων.
Ερεύνησε ένα θολωτό τάφο (χωράφι Μπουκουβάλα) που όμως ήταν συλημένος. Έχοντας γόνιμη γη και μεγάλους βοσκότοπους αλλά κι ένα απέραντο βελανιδόδασος, η πόλη έφτασε σε ακμή και λογαριαζόταν από τις σπουδαιότερες του κοινού των Ακαρνάνων. Και δικά της νομίσματα έκοψε, αργυρά στον τύπο των κορινθιακών στατήρων και χάλκινα αθηναϊκού τύπου. Μνημονεύει την πόλη ο Θουκυδίδης όταν στην διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου εκδιώχθηκε η Σπαρτιατόφιλη μερίδα με τη βοήθεια των Αθηναίων και κατέλαβε την αρχή ο Κύνης ο Θεολύτου. Αργότερα η πόλη γνώρισε τη δήωση και την καταστροφή κατά την εκστρατεία του Αγησίλαου. Πλήθος επιτύμβιες στήλες διασώζουν ωραία ονόματα Κοροντίων και αρκετές απ’ αυτές έχει δημοσιεύσει και σχολιάσει ο Γερμανός Κλάφφενμπαχ στο Κόρπους των αιτωλικών επιγραφών. Μακάρι κάποτε να πραγματοποιηθεί μια ευρύτερη ανασκαφική εργασία, ίσως πολλά μας φανερώσει. Δώσαμε όμως κακές εξετάσεις αφού κατάφεραν να κλέψουν τη μικρή αλλά τόσο ενδιαφέρουσα συλλογή του σχολείου».
Ο Γερ. Η. Παπατρέχας σε άλλο δημοσίευμά του αναφέρει ότι ο ναός περιοριζόταν στον πρόναο και τον σηκό κι ότι δεν υπήρχε οπισθόδομος όπως εκ παραδρομής έγραφε στη παραπάνω μελέτη του. Ακόμη μας δίνει χρήσιμα και ενδιαφέροντα στοιχεία γύρω από την εμπορική και οικονομική κατάσταση της πόλης Κόροντα.
Αλέξανδρος Τ. Σάββας |
Σημειώνει: «...Τρεις πολύ εύφορες κοιλάδες δηλ. προς τα βόρεια ο Αβδελλιάρης, Παλιάμπελα κλπ. ανατολικά και ΒΑ τα «λιβάδια» του Προδρόμου και η μεγαλύτερη και πιο εύφορη προς τα νότια, από Σορόκι μέχρι τις παρυφές του Λεσινιού, εξασφάλιζαν τις προϋποθέσεις για πλούσιους αμπελώνες και πολλά σιτηρά, αρκετά να διαθρέψουν πληθυσμό 4-5 χιλ. κατοίκους. Αν λογαριάσουμε και τον απέραντο βελανιδιώνα, αυτό το «ακαρνανικό μάνα», που εξασφάλιζε τροφή σε μεγάλη κτηνοτροφία, εύκολα συμπεραίνουμε ότι τα Κόροντα ήταν ένα πλούσιο γεωργοκτηνοτροφικό πόλισμα. Ακόμα τα πλούσια κοιτάσματα από λευκή, καλής ποιότητας άργιλο εξασφάλιζαν την πρώτη ύλη και αναπτύχθηκε σημαντική κεραμουργία, όπως μαρτυρούν αρκετά απομεινάρια από κεραμευτικούς κλιβάνους, που βρέθηκαν κατά καιρούς. Η αγγειοπλαστική, φαίνεται, περιορίστηκε σε αγγεία καθημερινής χρήσης, γανωμένα ή αγάνωτα και όχι καλλιτεχνικών αξιώσεων».
ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΤΗΣ ΧΡΥΣΟΒΙΤΣΑΣ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ
Αλέξανδρος Τ. Σάββας