Στην επίσκεψη μου στο κοιμητήριο της Κατούνας συνάντησα στο μνήμα τον φίλο Θανάση.
Ένα από τα μπροστινά μνήματα στο νέο κοιμητήριο της Κατούνας είναι και αυτό της οικογένειας Χρήστου Τομαρά. Το ανάγλυφο της φωτογραφίας του Θανάση ξεχωρίζει μπροστά. Μόλις τον είδα στάθηκα για αρκετή ώρα και τον κοίταζα.
Ένα από τα μπροστινά μνήματα στο νέο κοιμητήριο της Κατούνας είναι και αυτό της οικογένειας Χρήστου Τομαρά. Το ανάγλυφο της φωτογραφίας του Θανάση ξεχωρίζει μπροστά. Μόλις τον είδα στάθηκα για αρκετή ώρα και τον κοίταζα.
Αυτός με το χαμόγελο του, όπως πάντα. Αμήχανος, κοίταξα και τον Δημήτρη (γλύκα) πιο πέρα. Ανάμεσα τους ο μπάρμπα Χρήστος Πατέρας των παιδιών.
Η γλάστρα πεσμένη επίτηδες
Ξαφνικά οι αναμνήσεις στο μυαλό μου χόρευαν, ερχόταν η μια μετά την άλλη και έκαναν το γύρο. Ξεκίνησαν από τα νεανικά χρόνια, έφθασαν ως την εποχή των καπνών και της κομματικής αντιπαλότητας της εποχής την δεκαετία του ΄80. Πολύ αργότερα οι δρόμοι μας χώρισαν και οι συναντήσεις μας ήταν μόνο τα καλοκαίρια μιας και ο καθένας πήρε το δρόμο του.
Η πιο δύσκολη ανάμνηση όμως ήταν αυτή του άτυχου Θανάτου, του τελευταίου αποχαιρετισμού, του καλού φίλου, το Σάββατο 30/9/2017 στον Άγιο Αθανάσιο Κατούνας όπου με τρεμάμενη φωνή, που ελάχιστα με κρατούσαν τα πόδια μου τον αποχαιρέτησα με τα παρακάτω λογια:
"Πολυαγαπημένε φίλε Θανάση, μου έλαχε ο άχαρος ρόλος σήμερα να βρίσκομαι απέναντι σου, να βρίσκομαι σε μια από τις δυσκολότερες στιγμές της ζωής μου.
Αλλά όπως λέγαμε οι δύο μας στα δύσκολα εμείς πάμε μπροστά
Φίλε Θανάση πάλι τα κατάφερες, πάλι μας μάζεψες όλους .. Θανάση όπως βλέπεις σήμερα η καλοκαιρινή παρέα μεγάλωσε, σήμερα εδώ είναι όλα τα παιδιά οι φίλοι μας , όλο το χωριό, ο Δήμαρχος, ο υπουργός…….
Πες κάτι……
να ξεσηκώσουμε την πλατεία, να την ζωντανέψουμε πάλι με τη φωνή σου.
Θανάση μου όλο το χωριό σ αγαπούσε, μεταξύ μας τώρα, αρκετοί σε φοβούνταν κιόλας, σ έβλεπαν σαν λιοντάρι που ήταν έτοιμο να κατασπαράξει τον άλλο, που να ήξεραν όμως ότι είχες ψυχούλα μικρού παιδιού…..
Γι’ αυτούς που φαίνονταν πως σε μισούσαν, πιστεύω ότι απλά σε θαύμαζαν και δεν μπορούσαν να κάνουν παρά ελάχιστα από αυτά που έκανες εσύ…
Εσύ φίλε μου ζούσες την κάθε στιγμή, ζούσες το κάθε λεπτό, η μετριότητα ήταν ο εχθρός σου …
Ήρθες στην ζωή χωρίς να συμβιβαστείς ποτέ, ήρθες να την ζήσεις, να την ρουφήξεις μέχρι το μεδούλι, στα άκρα …
Σε έτρωγε όμως το σαράκι του αδελφού σου του Δημήτρη, του γλύκα που έφυγε νέος, ποτέ δεν το έδειχνες, ποτέ δεν μίλαγες για αυτό……..
Κοίτα τη μάνα σου ………πόσες και πόσες πίκρες πέρασε………. πόσο αντέχει η έρμη, δεν γέλασαν τα χείλη της, ακόμα δεν ξεκουράστηκε ψυχικά και σωματικά. Ίσως ξεκουράστηκε περισσότερο δουλεύοντας στα χωράφια της βελαώρας παρά αργότερα…
Θανάση είναι η πρώτη φορά που έπεσα έξω για σένα. Είναι η πρώτη φορά που με γέλασες. Πίστευα μέχρι την τελευταία στιγμή πως θα σταθείς όρθιος, θα σηκωθείς από το κρεβάτι και θα έδινες σε όλους χαρά…
Ξέρω όμως γιατί δεν σηκώθηκες.
Ποτέ δεν θα καταδεχόσουν να ζεις απλά μόνο για να αναπνέεις, για αυτό έφυγες. Είμαι σίγουρος πως δεν θα συμβιβαζόσουν σε κάποια άλλη κατάσταση ζωής…
Τι μου ΄λεγες …… θυμάσαι; για να μιλήσουμε τη γλώσσα μας την Κατουνιώτικη, μην κολλάς ρε……….πάμε ..……..προχώρα ….…για οτιδήποτε μας πήγαινε στο μυαλό..
Θανάση πες κάτι αυτή η σιωπή σου με πνίγει …
Ενημέρωσε όμως εκεί που πας το αδελφό σου και φίλο Δημήτρη, τον γλύκα ..
Πες του τα νέα για την ομάδα μας, ότι ξεκίνησε η εξέδρα με την τρομπέτα, τον περιμένει..
Πες του για το χωριό μας πως κάτι δεν πάει καλά, λιγοστέψαμε και κακιέψαμε, έπεσε διχόνοια πες του, κάτι που γλυτώσαμε όλοι μαζί την δεκαετία του 80 και δεν κατάφεραν να την περάσουν σε μας, πες του πως το συμφέρον, το χρήμα και η αχαριστία δεν έχουν πατρίδα, όπως μου έλεγες.
Θα ήθελα να απευθυνθώ στην σύζυγό σου, την Βίκυ, και στα παλικάρια σου Δημήτρη και Χρήστο αλλά και τα αδέλφια σου Ηλία, Αλίκη, ‘Έλλη, Γεωργία και Δήμητρα.. ένα πράγμα να ξέρετε και να το έχετε στήριγμα και οδηγό από εδώ και πέρα .
« Ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΥΠΗΡΞΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΙΓΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ ΣΤΗΝ Κατούνα και είμαι υπερήφανος που ήμουν φίλος του»
Γιατί Θανάση μου ήσουν άνδρας, είχες λόγο, είχες μπέσα, είχες ψυχή, τα έδινες όλα κι ας μην έπαιρνες τίποτα …σπάνιο στις μέρες μας.
Δεν επιζητούσες ποτέ την αναγνώριση από κανέναν, ήξερες απλά ότι επιζητούσες το κάτι παραπάνω …το πολύ, όχι το λίγο, όχι το βόλεμα
Πέντε λεπτά να συναντιόμασταν και μόνο από μια ματιά ο ένας με τον άλλον καταλαβαινόμασταν …
Τελειώνοντας καλέ μου φίλε μια κουβέντα βαριά, αντρική …
κι ο ίσκιος σου ακόμα έκανε θόρυβο …
Πηγαίνοντας εκεί ψηλά, στην πύλη του παραδείσου, θα σε περιμένουν δεκάδες νέοι και νέες της Κατούνας δώσε χαιρετίσματα σε όλους και πες τους, δεν τους ξεχνάμε ..
Καλή αντάμωση φίλε..
Σε τέτοιους άνδρες δεν κλαίνε , δεν κυλούν δάκρυα
Υπήρξες η σημαία μας στην Κατούνα
Σηκώνουμε όλοι το κεφάλι ψηλά…..
και σε αποχαιρετούμε με ένα θερμό χειροκρότημα "
............................
Παίρνοντας μια μεγάλη ανάσα, με μεγάλη σκέψη, για το πόσο μας λείπει ο Θανάσης και ο κάθε Θανάσης αυτής της ηλικίας σήμερα, καβάλησα
τη μηχανή μου και πήρα το δρόμο προς το χωριό μας την Κατούνα.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΥΤΙΒΗΣ