Αν δεν σε βρίσει ή σου μιλήσει σε έντονο ύφος, που μεταξύ μας οκτώ στις δέκα φορές αυτό θα κάνει, τότε θα σου ζητήσει να τον καταλάβεις. Θα σου ζητήσει δηλαδή να καταλάβεις πως ημέρα με την ημέρα διακινδυνεύει αποδεδειγμένα να καταστρέψει την υγεία του, αλλά επειδή για τους δικούς του λόγους αρνείται να το συνειδητοποιήσει, θέλει προφανώς να καταστρέψει και τη δική σου.
Του Νίκου Σπυρόπουλου
Ο λόγος φυσικά για τον καπνιστή. Για το μέσο καπνιστή εκεί έξω. Για τον Ελληνάρα καπνιστή που δεν μπορεί να στερηθεί το τσιγάρο του όταν πίνει τον καφέ του. Δεν μπορεί να απολαύσει το βραδινό του ποτό χωρίς τη συνοδεία ενός (μακάρι να ήταν και ένα δηλαδή) τσιγάρου. Δεν μπορεί μετά το μεσημεριανό του, το βραδινό του, να μην ανάψει το τσιγάρο του γιατί πολύ απλά δεν έχει μάθει να αντιλαμβάνεται το τί ακριβώς κάνει στον οργανισμό του αλλά και στους γύρω του. Μάλιστα, ακόμα και όταν φτάσει στο σημείο που δεν υπάρχει πραγματικά επιστροφή μπορεί και να μην τον ακούσεις να λέει “αχ αυτό το παλιοτσίγαρο”. Αντιθέτως, κάνει στα κρυφά δυο, τρεις τζουρίτσες για να μην τον πάρουν χαμπάρι οι δικοί του και τον επιπλήξουν.
Το τσιγάρο σκοτώνει. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Σκοτώνει εσένα φίλε καπνιστή αλλά πρωτίστως, σκοτώνει εμένα που δεν καπνίζω από επιλογή αλλά αναγκαστικά εισπνέω τον καπνό σου όπου και να πάω. Είμαι αναγκασμένος να τον εισπνέω θέλω δεν θέλω, παρά το γεγονός πως στην Ελλάδα υπάρχει ψηφισμένος νόμος εδώ και χρόνια που απαγορεύει το κάπνισμα σε κλειστούς δημόσιους χώρους.
Ο τρόπος που σε αντιμετωπίζει ένας καπνιστής εάν ζητήσεις να σβήσει το τσιγάρο του, όπως άλλωστε επιβάλει ο νόμος, είναι τις περισσότερες φορές άσχημος έως απαράδεκτα αγενής. Για έναν καπνιστή το να μην καπνίζει κάποιος θεωρείται ιδανικό. Μπορεί ακόμα και να σου πει “μπράβο”.
Όταν όμως ζητήσεις ευγενικά από τον ίδιο να σβήσει το τσιγάρο του ή να το ανάψει έξω από το μαγαζί ή το γραφείο, τότε θα σε κοιτάξει νευριασμένος και θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να σε κάνει να αισθανθείς πως εσύ έχεις το κουσούρι. Εσύ έχεις άδικο γιατί του “στερείς την απόλαυσή του”. Εσύ φταις που δεν καπνίζεις όταν όλοι γύρω σου καπνίζουν. Μπορεί να σου προτείνει μάλιστα, μεταξύ σοβαρού και αστείου, να ξεκινήσεις και εσύ το κάπνισμα.
Θα προσπαθήσει να σε πείσει (εάν είσαι τυχερός ευγενικά) πως πρέπει εσύ να τον καταλάβεις. Πρέπει να καταλάβεις την ανάγκη του να καπνίσει. Το πόσο τον ηρεμεί ένα τσιγαράκι. Πόσο τον βοηθά να σκεφτεί στη δουλειά του, να αντιμετωπίσει διάφορες καταστάσεις, να… να… να…
Όχι φίλε καπνιστή, εσύ είσαι λάθος και θα είσαι λάθος για πάντα και σε όλες τις περιπτώσεις. Εσύ έχεις επιλέξει να καταστρέφεις με κάθε τσιγάρο που κάνεις την υγεία σου και είναι δικαίωμά σου. Το να καταστρέφεις και τη δική μου δεν είναι δικαίωμά σου. Επομένως δεν θα σε ακούσω ούτε και προτίθεμαι να σε καταλάβω.
Σύμφωνα με επιστημονικά αποδεδειγμένα στοιχεία και συμπεράσματα, η συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου του πνεύμονα συσχετίζεται άμεσα με το κάπνισμα. Μάλιστα, η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα έχουν νοσήσει επειδή κάπνιζαν. Δεν είναι λόγια και συμπεράσματα που βγαίνουν από τα μυαλά των “υστερικών” και “κακών” μη καπνιστών. Είναι έρευνες χρόνων.
“Δεν καπνίζω σπίτι γιατί είναι τα παιδιά μου. Καπνίζω μόνο όταν βγαίνω για ποτό ή για καφέ”, θα ακούσεις να λέει συχνά μια μητέρα. Μια μητέρα η οποία έκοψε “μαχαίρι” το κάπνισμα για χάρη των παιδιών της όταν εγκυμονούσε και έχει επιλέξει να μην καπνίζει σπίτι της για να μην επιβαρύνει την υγεία τους. Τί μας λέει όμως στην ουσία; Πως από τη μια μεριά δεν καπνίζει μπροστά στα παιδιά της γιατί δεν είναι υγιές αλλά καπνίζει μπροστά στον οποιοδήποτε άλλον, ακόμα και στα μικρά παιδιά που μπορεί να βρίσκονται σε κάποιο μαγαζί με τους γονείς τους.
Η Ελλάδα και κυρίως οι έλληνες καπνιστές πρέπει να είναι υπερήφανοι γιατί έχουν κερδίσει με τον “καπνό” τους την πρωτιά. Όχι μόνο έχουμε τους περισσότερους καπνιστές στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά κατέχουμε και την πρωτιά στο παθητικό κάπνισμα.
Από τον Ιούλιο του 2016 ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός, προανήγγειλε αυστηρότερες ρυθμίσεις και συντονισμένες δράσεις πολλών υπουργείων για να εφαρμοστεί επιτέλους στη χώρα μας ο αντικαπνιστικός νόμος. Ακόμα, δεν έχει αλλάξει τίποτα και μαζί με τα ρούχα σου ποτίζεται και ο οργανισμός σου από τις βλαβερές ουσίες του καπνού. Δεν πρόκειται, τουλάχιστον στο παρόν άρθρο, να ψάξω για τα βαθύτερα αίτια και τις όποιες αλληλένδετες καταστάσεις που υπάρχουν και έχουν συντελέσει στο να μην εφαρμόζεται το αυτονόητο. Αυτό που αναφέρει ξεκάθαρα ο αντικαπνιστικός νόμος. Επιλέγω να μείνω στην νοοτροπία που διακατέχει τον μέσο “Ελληνάρα καπνιστή”.
Σε μια χώρα που ένας νόμος αντιμετωπίζεται ως κουρελόρχατο σαν να μην ψηφίστηκε ποτέ αλλά κυρίως σε μια χώρα που αυτή ακριβώς η νοοτροπία του “Ελληνάρα καπνιστή” υπερτερεί της κοινής λογικής, βλάπτει τη δημόσια υγεία και συχνά οδηγεί σε προστριβές επειδή ζήτησες απλά να εφαρμοστεί ένας νόμος και να καπνίσει έξω, τότε αντιλαμβάνεται κάποιος ότι απέχουμε αρκετά χρόνια από την υιοθέτηση μιας αντικαπνιστικής κουλτούρας.
“Μας κόψατε τις συντάξεις, μας κόψατε τους μισθούς, μας κόψατε τις διακοπές. Δεν θα μας κόψετε και το τσιγάρο”!
ΥΓ: Προφανώς υπάρχουν και οι καπνιστές που σέβονται το ότι δεν καπνίζεις και θα σβήσουν το τσιγάρο τους ή θα καπνίσουν έξω. Στην καθημερινότητα όμως, είναι σαν να ψάχνεις βελόνα στα άχυρα