Γράφει ο Βασίλης Σ. Ε. Τσίχλης
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω – Ιστορικός
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Λονδίνου
Πριν από μερικές εβδομάδες βρέθηκα στην Κανδήλα, ένα χωριό κοντά στον Μύτικα της Ακαρνανία, όπου έχω πολλούς γνωστούς. Μια ημέρα καθίσαμε σε ένακαφενείο το οποίο στεγάζεται σε ένα μικρό κτήριο περίπου 75 τ.μ. με μεγάλη αυλή. Το κτήριο φαίνεται παλιό αλλά χωρίς καμία αρχιτεκτονική ιδιαιτερότητα.
Καθώς μιλούσαμε, κάποιος από την παρέα λέει τυχαία ότι είμαι ιστορικός, και οι συγκεντρωμένοι φίλοι αρχίζουν να μου λένε ιστορίες για το ποσό παλιό και πόσο ιστορικό είναι το κτήριο αυτό αλλά ο Δήμος αποφάσισε να το κατεδαφίσει.
Εκείνη τη στιγμή περνούσε μια γριούλα και κάποιος φωνάζει: «Θειά έλα δω, το παιδί είναι ιστορικός, πες του για το καφενείο» (η προσφώνηση «παιδί» μου αρέσει στην ηλικία μου). Έρχεται λοιπόν η θεία, κάθεται, και αρχίζει αργά-αργά να διηγείται...
Η ίδια κοντεύει τα ενενήντα χρόνια και ο μακαρίτης ο πατέρας της έλεγε ότι όσο ζούσε θυμόταν το κτήριο. Η περιοχή ονομάζεται «Λάκα της Παναγιάς» γιατί βρίσκεται σε μια μεγάλη λακούβα η οποία ανήκε στην τοπική εκκλησία, στην Παναγιά την Παλαιοχωρίτισσα.
Στην Επανάσταση του 1821 έφτιαξε η εκκλησία το κτήριο αυτό προκειμένου να συγκεντρώνονται οι Έλληνες αλλά και για να αποθηκεύονται όπλα και πυρομαχικά ώστε να προστατεύονται από τη βροχή αφού δεν υπήρχε άλλο κτήριο στην περιοχή.
Σήμερα είναι μάλλον το αρχαιότερο κτήριο που σώζεται σε ολόκληρο τον Δήμο και ίσως το μοναδικό που έχει μια αξιόλογη ιστορία να διηγηθεί. Μετά την Επανάσταση χρησιμοποιήθηκε σαν εντευκτήριο, τρόπον τινά, των κατοίκων της περιοχής, διότι εκεί συγκεντρώνονταν προκειμένου να αποφασίσουν, να ψηφίσουν κτλ.
Στην κατοχή αποτέλεσε κέντρο πατριωτών γι’ αυτό και οι Γερμανοί το πυρπόλησαν. Μετά την απελευθέρωση όλοι οι κάτοικοι του χωριού βοήθησαν εθελοντικά στην επισκευή του. Με τα χρόνια όμως, η περιοχή οικοδομήθηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου οπότε το μικρό και παλιό κτήριο έχασε τη χρησιμότητά του. Τελικά ο Δήμος, στον οποίο σήμερα φέρεται να ανήκει, το εκμισθώνει για καφενείο και τώρα θέλει να το κατεδαφίσει.
-«Ωραία τα λες θεία και σε πιστεύω, αλλά υπάρχουν αρχεία ή κάτι που να μπορεί να αποδείξει την ιστορία του κτηρίου;» ρώτησα.
-«Δεν ξέρω αν υπάρχει τίποτα, δεν ξέρω αν κρατούν αρχεία, αλλά ξέρω ότι στη γωνιά του τοίχου, να εκεί, υπήρχε επιγραφή μεγάλη. Αν τη βρεις, εσύ θα μπορείς να τη διαβάσεις».
Κοιτώ εκεί όπου υπέδειξε η θεία και δεν βλέπω τίποτε, παρά μόνο τον σοβατισμένο τοίχο.
-«Όλο το κτήριο είναι από πέτρα, όμορφα πελεκημένη, αλλά πριν από χρόνια το σοβάτισαν. Αν ψάξεις θα βρεις».
Δεν περνούν δύο εβδομάδες από την επιστροφή μου στον Πειραιά, και μου τηλεφωνούν ότι ανακάλυψαν την επιγραφή.
Όταν μου έστειλαν τη φωτογραφία βλέπω μια πέτρινη επιγραφή η οποία αναφέρει:
1823 ΜΑ[ΓΑ]ΖΙ
ΤΗΣ ΠΑ[ΝΑ]ΓΙΑΣ
ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΤΙΣ[Σ]ΑΣ
Α [= η οποία] ΕΙΝΑΙ ΕΛΠΙΣ
Πράγματι λοιπόν, το κτήριο πρέπει να χρονολογείται στην εποχή της Επαναστάσεως ενώ από το τμήμα του τοίχου που έξυσαν προκειμένου να αφαιρέσουν τον σοβά φαίνεται ότι οικοδομήθηκε με πελεκητή πέτρα. Από τα ευρήματα αυτά δεν έχω κανέναν λόγο να αμφισβητήσω ολόκληρη την ιστορία όπως τη διηγήθηκε η θεία.
Αγνοώ το σκεπτικό με το οποίο ο Δήμος αποφάσισε την κατεδάφιση του κτηρίου όπως και τον σκοπό τον οποίο η κατεδάφιση αυτή εξυπηρετεί. Φρονώ όμως ότι πρέπει να είμαστε περισσότερο φειδωλοί όταν λαμβάνουμε παρόμοιες αποφάσεις, κυρίως για κτίσματα μοναδικά σε μια ολόκληρη περιοχή. Σε κάθε περίπτωση, ελπίζω ότι η ανακάλυψη της επιγραφής θα ματαιώσει την κατεδάφιση, αφ’ ου εύκολα μπορεί να κηρυχθεί διατηρητέο κτήριο.
kandilatoxoriomas