ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΜΑΥΡΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΥΝΑ : Σαν σήμερα το 1944 στην πλατεία της Κατούνας πριν 77 χρόνια οι Γερμανοί συνέλαβαν τα εννέα Κατουνιωτόπουλα και τα εκτέλεσαν στην Αγία τριάδα στο Αγρίνιο με τους 120 και μνημείο δεν τους φτιάξαμε ακόμα
ΤΑ ΕΝΝΕΑ ΚΑΤΟΥΝΙΩΤΟΠΟΥΛΑ ΜΕ ΤΟΥΣ 120 ΣΤΟ ΑΓΡΙΝΙΟ
Τα εννέα Κατουνιωτόπουλα παλικάρια που εκτέλεσαν οι Γερμανοί μαζί με τους 120 στην Αγία Τριάδα Αγρινίου
Η εφημερίδα μας (Η Κατούνα) έχει ασχοληθεί και σε προηγούμενα δημοσιεύματα της για τα εννέα Κατουνιωτόπουλα που συνελήφθησαν στην Κατούνα και εκτελέσθηκαν στο Αγρίνιο την στις 14 Απριλίου Μ. Παρασκευή του 1944.
Οι Γερμανοί στα περισσότερα χωριά της Αιτωλοακαρνανίας κάνανε συλλήψεις ανθρώπων που πίστευαν πως έκαναν αντίσταση.
Έτσι και στο δικό μας πρώτος συνελήφθη ο Κων/νος Μπλίτσας του Πέτρου στην περιοχή του Αγίου Νικόλαου Βελαώρας. Ο οποίος και στάλθηκε στις φυλακές της Αγίας Τριάδας Αγρινίου. Στην συνέχεια και όταν δόθηκε η εντολή από το αρχηγείο του Αγρινίου για μαζικές συλλήψεις, δόθηκε διαταγή και στην Κατούνα να μαζευτεί το χωριό στην πλατεία μας, έξω από τον Άγιο Αθανάσιο.
Εκεί έγινε το ξεκαθάρισμα, υποδείχθηκαν τα υπόλοιπα οχτώ παιδιά και συνελήφθησαν.
Όλοι τους αξιόλογοι άνθρωποι, πραγματικά παλικάρια, σε νεαρά ηλικία. Φορτώθηκαν στα γερμανικά αυτοκίνητα και οδηγήθηκαν στις φυλακές τις Αγίας Τριάδας Αγρινίου.
Τα εννέα συνολικά παλικάρια που συνελήφθησαν τότε στο χωριό μας και συμπλήρωσαν τον αριθμό των 120 του Αγρινίου είναι τα παρακάτω:
Ταμπάκης Κων/νος του Δημητρίου
Σαμαντάς Χρήστος του Αλεξάνδρου
Καρέλος Θεόδωρος (Λόλος) του Αθανασίου
Τσικώνης Γεράσιμος Του Δημητρίου
Παπακωνσταντής Χρήστος του Αλεξάνδρου
Βλάχας Αλέκος του Βασιλείου
Μπλίτσας Κωνσταντίνος Πέτρου
Κοκορόμπας Γεώργιος του Αθανασίου
Η δημοσίευση των ονομάτων προβάλει σαν εθνικό χρέος όπως λέει και ο εθνικός μας ποιητής Διον. Σολωμός «Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ότι είναι αληθινό».
Σε προηγούμενα φύλλα της εφημερίδας μας παρουσιάσαμε τρία από τα εννέα κατουνιωτόπουλα παλικάρια και προσπαθούμε να βρούμε στοιχεία για τα υπόλοιπα, κάνουμε έκκληση προς συγγενείς και φίλους να μας δώσουν στοιχεία για τα υπόλοιπα παιδιά έτσι ώστε να υπάρχουν στο αρχείο μας και να τα παρουσιάσουμε στην εφημερίδα μας επίσης θα μας χρειασθούν για το βιβλίο μας. Η εφημερίδα μας, ευγνωμονεί και υποκλίνεται ευλαβικά στην μνήμη τους.
Πρέπει όλοι οι κατουνιώτες να αισθανόμαστε υπερήφανοι για τα παιδιά αυτά και σε συνεργασία με τον Δήμο μας πρέπει επιτέλους να γίνει μνημείο για την θυσία τους.
Η θυσία των εννέα παλικαριών μαζί με των άλλων κρεμασμένων και εκτελεσθέντων που η ταφή τους έγινε σε ομαδικό τάφο στην Αγία Τριάδα στο Αγρίνιο πρέπει να αρωματίζει την ατμόσφαιρα της περιοχής μας και να μας κάνει να είμαστε υπερήφανοι, γιατί χάρις τις θυσίες αυτών και άλλων ανθρώπων τότε σήμερα είμαστε λεύτεροι.
ΜΕΓΑΛΗ (ΜΑΤΩΜΕΝΗ) ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ (14 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1944)
Ομαδικές εκτελέσεις πατριωτών στο Αγρίνιο
Σήμερα Μεγάλη Παρασκευή συμπληρώθηκαν 74 χρόνια από το φοβερό και αποτρόπαιο γεγονός των ομαδικών εκτελέσεων και απαγχονισμών, από τους γερμανούς κατακτητές και τους συνεργάτες τους, Αγρινιωτών και άλλων συμπατριωτών, έξω από το νεκροταφείο της Αγίας Τριάδας και στην κεντρική πλατεία (τότε Μπέλλου) του Αγρινίου.
Παρότι πέρασαν από τότε πολλές δεκαετίες το ομαδικό και βάρβαρο έγκλημα της 14ης Απριλίου του 1944 παραμένει σταθερά ως το σπουδαιότερο και ακαταμάχητο σημείο αναφοράς στη σύγχρονη ιστορία του Αγρινίου του 20ου αι.
Αυτή η σπουδαιότητα δικαιώνει, τουλάχιστο, την κάθε προσπάθεια (όπως η παρούσα) αφηγηματικής ανάπλασης, του γεγονότος εκείνου, το οποίο παραμένει ανεξίτηλο στη μνήμη των παλαιότερων Αγρινιωτών και μεταδίδεται προφορικά και γραπτά από γενιά σε γενιά.
Τις βραδινές ώρες της Μεγάλης Πέμπτης (13 Απριλίου 1944), η φρουρά των φυλακών περιοχής Αγίας Τριάδος Αγρινίου ενισχύθηκε και με στρατιώτες των γερμανικών δυνάμεων κατοχής και με άτομα της εθνικής μειοδοσίας, των λεγόμενων «ταγμάτων ασφαλείας».
ΦΥΛΑΚΕΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ |
Οι κρατούμενοι στις φυλακές ήταν Έλληνες και στο μέγιστο ποσοστό τους αντιστασιακοί. Στους δύο ορόφους ήταν στοιβαγμένοι 450 περίπου πατριώτες κι ανάμεσά τους στελέχη και μέλη εθνικό-απελευθερωτικών οργανώσεων, από το Αγρίνιο, τον Άγιο Κωνσταντίνο και τα περίχωρα. Επίσης 25 περίπου κάτοικοι της Κρυοπηγής Πρέβεζας, ήταν έγκλειστοι στην ίδια φυλακή. Λίγες μέρες πριν και συγκεκριμένα στις 9 Απριλίου 1944, δυνάμεις του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, είχαν στήσει ενέδρα στην περιοχή της Σταμνάς, από όπου περνούσε η αμαξοστοιχία των Σ.Β.Δ.Ε.( που βασικά τότε εξυπηρετούσε τα γερμανικά στρατεύματα). Επακολούθησε κανονική μάχη.
Οι αντάρτες εξουδετέρωσαν, τη γερμανική φρουρά, και κατέστρεψαν τα βαγόνια που μετέφεραν πολεμικό υλικό. Οι Γερμανοί είχαν σημαντικές απώλειες και σε άντρες και σε πολεμοφόδια. Η νικηφόρα και αποτελεσματική πολεμική ενέργεια των ανταρτών δημιούργησε αίσθηση σε ολόκληρη την περιοχή, ανέβασε το ηθικό του σκλαβωμένου πληθυσμού και προκάλεσε σύγχυση στους κατακτητές, οι οποίοι σύμφωνα με την πάγια, τότε, τακτική τους αντέδρασαν τρομοκρατικά, με τις ομαδικές εκτελέσεις Ελλήνων πατριωτών.
Έτσι αποφάσισαν να εκτελεστούν 120 (από τους κρατουμένους των φυλακών της Αγίας Τριάδας), για τους 12 σκοτωμένους, σε μάχη με τους αντάρτες, Γερμανούς. Οι έγκλειστοι στις φυλακές πληροφορήθηκαν το γεγονός της αντιστασιακής ενέργειας και περίμεναν την αντίδραση των Γερμανών. Πέρασαν τρεις ημέρες και τρεις νύχτες αγωνίας. Κάποιες πληροφορίες ήταν καθησυχαστικές. Τις διέδιδαν οι συνεργάτες των Γερμανών, οι ταγματασφαλίτες, για ευνόητους λόγους. Οι συγγενείς των κρατουμένων που πήγαιναν φαγητό στους δικούς τους, τους έλεγαν ψιθυριστά πως μάλλον δεν θα γίνουν εκτελέσεις.
Το βράδυ όμως της Μεγάλης Πέμπτης η αγωνία κορυφώθηκε. Δύο στοιχεία συντέλεσαν : η ενίσχυση της φρουράς και το σκάψιμο, σε κοντινή απόσταση, από τις φυλακές. Διάφορες εικασίες κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα κι από αυτί σε αυτί «πιθανώς δεν είναι σκάψιμο λάκου κι αν είναι οι Γερμανοί θέλουν να θάψουν σ αυτόν σκοτωμένους στρατιώτες τους από κάποια άλλη μάχη με τους αντάρτες». Πιθανολογούσαν ακόμη: «Ισως στο λάκκο θέλουν να θάψουν τρόφιμα που σάπισαν στις αποθήκες τους» «Ίσως….. ίσως….ίσως….» Άλλοι πιο ψύχραιμοι έλεγαν: «Ας κοιμηθούμε κι ό,τι βρέξει ας κατεβάσει…κι αν είναι το πρωί να σκοτωθούμε…θα πεθάνουμε για την πατρίδα». Μερικοί, περισσότερο τολμηροί, ξεστόμιζαν το αντιστασιακό σύνθημα της εποχής¨Το δέντρο της Ελευθερίας για να μεγαλώσει θα ποτισθεί με…αίμα».
ΣΑΛΑΚΟΣ |
Μετά απ’ αυτές τις πρώτες αντιδράσεις όλοι σχεδόν σιώπησαν. Έπεσαν κατάχαμα και με τα μάτια ορθάνοιχτα, μέσα στο ημίφως, σκέπτονταν τους δικούς τους: Τον πατέρα, την μητέρα, τ’ αδέρφια τους. Όσοι ήταν παντρεμένοι τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Οι νέοι τις αρραβωνιαστικιές και τις αγαπημένες τους. Το συμπέρασμα των σκέψεων όλων, σχεδόν, ήταν γενικό: «Χωρίς θυσίες δεν μπορεί να λευτερωθεί η Πατρίδα».
Σ’ αυτή τη σκέψη κατέληγαν κι αυτή τους δημιούργησε ένα είδος εσωτερικής-εθνικής έξαρσης. Αισθάνονταν κάπως υπερήφανοι για τη…μεταθανάτια δικαίωση τους! Ήταν ένα πρωτοφανέρωτο και καταλυτικό συναίσθημα. Μια μικρή φλόγα, εντός τους και τους ζέστανε! Συνειδητοποίησαν ότι το χειρότερο που είχαν να πάθουν…ήταν η θυσία τους στο βωμό της Ελευθερίας!
Έτσι προετοιμάσθηκαν ψυχολογικά και περίμεναν. 450 περίπου πατριώτες περίμεναν…Δεν σημειώθηκε καμία λιποψυχία. Δεν έβαλε τα κλάματα κανένας. Δε λιποθύμησε ουδείς. Περίμεναν…να φέξει η μέρα. Να ξημερώσει 14η Απριλίου του 1944, που αλίμονο έμελε ν’αποβεί μοιραία για το 1/3 σχεδόν, απ’αυτούς. Περίμεναν κι αγωνιούσαν. Δεν το έδειχναν όμως. Ο καθένας προσπαθούσε να κάνει κουράγιο στον άλλον. Όσο περνούσε η ώρα κι όσο ακούγονταν, ακόμα τα «γκαπ»-«γκουπ» των κασμάδων και των τσαπιών, που έσκαβαν, τόσο βεβαιώνονταν ότι οι εκτελέσεις θα γίνονταν. Παραταύτα μια αμυδρή ελπίδα δεν τους εγκατέλειψε ως το τέλος…
Πριν από τα χαράματα, στις 4.45(περίπου), μπήκε στο προαύλιο της φυλακής ο Γερμανός αρχιφύλακας ο τρομερός λοχίας Καρλ Βέρνερ. Τον συνόδευε μία μικρή ομάδα από τους εθελοντές ταγματασφαλίτες. Με δυνατή φωνή και ξενική προφορά ξεφώνισε τρία επίθετα: Αναστασιάδης, Σαλάκος, Σούλος. Ακούσθηκαν με τη σειρά τρία σταθερά παρών, παρών, παρών. Διατάχθηκαν να προχωρήσουν προς την εξωτερική πύλη της φυλακής. Και οι τρεις προχώρησαν. Βάδιζαν με βήμα κάπως γοργό προς το…άγνωστο. Κανείς τους δεν ήξερε ακριβώς τι τους περίμενε. Λίγο προτού δρασκελίσουν την εσωτερική πόρτα του προαυλίου, έστρεψαν τα κεφάλια τους προς τα σιδερόφρακτα παράθυρα της φυλακής και φώναξαν σχεδόν ταυτόχρονα: «Γεια σας παιδιά, χαιρετισμούς στους δικούς μας…»
Με σπρωξιές οι Γερμανοί και οι ταγματασφαλίτες τους ανέβασαν σ’ένα στρατιωτικό καμιόνι που ήταν σταματημένο στο δρόμο. Μαζί τους ανέβηκαν και οι φρουροί. Ο οδηγός ήταν στη θέση του. Πάτησε «Γκαζ» και το αυτοκίνητο κατηφόρισε προς την οδό Μακρή. Στη διασταύρωση έστριψε αριστερά και προχώρησε προς την οδό Χαριλάου Τρικούπη την οποία ακολούθησε στρίβοντας δεξιά με κατεύθυνση προς την κεντρική πλατεία (Μπέλλου ονομαζόταν τότε). Στάθμευσε έξω από το σημερινό καφεζαχαροπλαστείο «Ματραλη».
Δύο από τους φρουρούς, κρατώντας από τα μπράτσα σφιχτά τον πατριώτη Αβραάμ Αναστασιάδη, κατέβηκαν μαζί του. Προχώρησαν προς τον φανοστάτη που βρισκόταν στη νοτιοδυτική γωνία της πλατείας. Μόλις έφτασαν εκεί «κουκούλωσαν» με μία μαξιλαροθήκη το κεφάλι του Αναστασιάδη και τον ανέβασαν σ’ένα σκαμνί που είχε τοποθετηθεί εκεί. Ο βρόχος ήταν έτοιμος και κρεμόταν από το σιδερένιο «στεφάνι» του φανοστάτη». Τον πέρασαν στο λαιμό του κι αφού βεβαιώθηκαν ότι ακόμα ακουμπά καλά γύρω-γύρω. έδωσαν μία κλωτσιά στο σκαμνί. Το σώμα του Αναστασιάδη αιωρήθηκε στο κενό. Σε λίγο έμεινε ακίνητο.
Μια άλλη μικρή ομάδα κατέβασε βιαστικά από το καμιόνι τους δυο άλλους. Τον Πάνο Σούλο και τον Χρ. Σαλάκο. Με την ενίσχυση εθελοντών ταγματασφαλιτών η ομάδα αύξησε τη δύναμή της και χωρίσθηκε σε δυο μικρότερες. Η μία πήρε μαζί της τον Πάνο Σούλο και κατευθύνθηκε προς τον φανοστάτη της νοτιοανατολικής γωνίας της πλατείας και η άλλη με το Χρήστο Σαλάκο προς τον αντίστοιχο της βορειο-ανατολικής γωνίας.
Η διαδικασία απαγχονισμού του Πάνου Σούλου δεν αργοπόρησε. Σε πέντε λεπτά περίπου, το σώμα του κρεμόταν στο κενό…
Με το Σαλάκο όμως τα πράγματα για τους δήμιους παρουσίασαν μιαν άλλη έκφανση που δεν την περίμεναν.
Ο Σαλάκος, προτού του βάλουν τη μαξιλαροθήκη διέκρινε μέσα στο σκοτάδι τον διαβόητο ανθυπολοχαγό των ταγματασφαλιτών Γεωργόπουλο και φώναξε προς το μέρος του: «Θα εκδικηθεί το θάνατό μου ο λαός του Αγρινίου. Ζήτω το Ε.Α.Μ.».
Η φωτογραφία ντοκουμέντο. Ο Αβραάμ Αναστασιάδης κρεμασμένος στην πλατεία |
Ο Γεωργόπουλος αντέδρασε με την υβριστική φράση: «Σκάσε παλιοκάθαρμα» κι όρμησε και κλώτσησε ο ίδιος το σκαμνί…
Σε λίγο όλα στην πλατεία «Μπέλλου» ήταν ήσυχα…. Τα τρία κορμιά των πατριωτών κρέμονταν άψυχα από τους σβηστούς φανοστάτες. Απ’αυτά όμως έβγαινε κι από μια φωτεινή δέσμη, που ξεκινούσε από τα σκηνώματά τους…κι ανέβαινε, κι ανέβαινε…προς τα ύψη για να συναντήσει το ανέσπερο ελληνικό Φώς!
Ενδιάμεσα, στις φυλακές Αγίας Τριάδας, διαδραματίζονταν άλλα τραγικά γεγονότα…Αρχικά ένας αρχιφύλακας των ταγματασφαλιτών, διέταξε όλους τους κρατούμενους να βγουν στο προαύλιο, να βγάλουν όλα τα ρούχα τους και να μείνουν με τα εσώβρακα. Έγινε από Γερμανούς της φρουράς κι από εθελοντές ταγματασφαλίτες επιθεώρηση και έρευνα στα ρούχα (μήπως κρύβονταν σ’αυτά: πυροβόλα όπλα, μαχαίρια, σουγιάδες, ξυράφια κι άλλα αιχμηρά αντικείμενα). Φόβος τους διακατείχε μήπως αργότερα (κατά τις εκτελέσεις) ξεχυθεί κάποιος η κάποιοι και ορμήσουν για να ξεκοιλιάσουν τους εκτελεστές. Μετά την άκαρπη επιθεώρηση-έρευνα τους άφησαν έτσι ημίγυμνους αρκετή ώρα.
Είχε αρχίσει να γλυκοχαράζει όταν στις έξι (περίπου) ο Γερμανός αρχιφύλακας Καρλ Βέρνερ μαζί με κάποιους ταγματασφαλίτες ξαναμπήκε στο προαύλιο της φυλακής. Διέταξε να βγουν έξω όλοι οι κρατούμενοι και να μπουν στη Γραμμή. Σε λίγο κατέφθασαν δύο Γερμανοί αξιωματικοί των S.S. και ο υπολοχαγός των ταγματασφαλιτών Μπλέσσας (Σύνδεσμος Γερμανών και του τάγματος ασφάλειας)
ΣΟΥΛΟΣ |
Ο ένας από τους Γερμανούς αξιωματικούς άρχισε να εκφωνεί με «σπασμένα» ελληνικά (αρκετά καθαρά όμως) ονοματεπώνυμα από έναν κατάλογο που κρατούσε στα χέρια του. Μόλις συμπληρώθηκε η πρώτη δεκάδα ο ταγματασφαλίτης υπολοχαγός Μπλέσσας διέταξε τους εθελοντές ταγματασφαλίτες που τον συνόδευαν να οδηγήσουν τους δέκα εκεί που ήξεραν…
Σε λίγο η εκφώνηση των ονομάτων συνεχίσθηκε. Τότε ακούσθηκαν αλλεπάλληλοι-ρυθμικοί πυροβολισμοί από γερμανικά μυδράλια. Οι κρατούμενοι πάγωσαν. Παραταύτα δεν λιποψύχησαν. Το απόσπασμα επέστρεψε και παρέλαβε και τη δεύτερη δεκάδα. Το ίδιο έγινε συνολικά 12 φορές. Σε κάποια δεκάδα βρέθηκε ανάμεσα στους άνδρες και μια –η μοναδική- γυναίκα. Ήταν η Κατίνα Χατζάρα. Βάδισε κι αυτή προς τη θυσία-για την Πατρίδα- αγέρωχη και θαρραλέα!
Ο Αγρινιώτης αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης Απόστολος Γεωργούλας, 21ετών τότε, βρέθηκε σε μια από τις τελευταίες δεκάδες. Ο Γεωργούλας είχε γλιτώσει (χωρίς να το ξέρει εκείνη την ώρα) από την κρεμάλα. Ο τέταρτος φανοστάτης της πλατείας προοριζόταν γι’ αυτόν. Τη στιγμή που βάδιζε μαζί με άλλους εννιά για να σταθούν στο χείλος του ορύγματος ώστε μετά τον τουφεκισμό να πέσουν μέσα ή έστω πολύ κοντά, ένας απλός Γερμανός της φρουράς των φυλακών είδε τον Γεωργούλα να βαδίζει προς το θάνατο και λυπήθηκε. Έτρεξε προς τον επικεφαλή Γερμανό αξιωματικό τον πλησίασε και του μιλούσε παρακλητικά.
ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΑΓΡΙΝΙΟΥ ΤΟΤΕ |
Τ’ αυτιά των μελλοθάνατων αλλά και του Γεωργούλα συλλάμβαναν μερικές λέξεις: «Απόστολο Γκουτ». «Απόστολο Μουζίκ-κιτάρα». «Απόστολο νιξ κομμουνίστ». Ο αξιωματικός κάτι έλεγε στον στρατιώτη σε τόνο αυστηρό. Ο απλός όμως Γερμανός φαντάρος επέμενε και επαναλάμβανε περίπου τα ίδια αλλά περισσότερο παρακλητικά. Όταν είδε τη σκηνή αυτή ένας από τους «επιστρατευμένους» του τάγματος ασφάλειας και συγκεκριμένα ο Κώστας Χρυσανθακόπουλος (κουμπάρος των Γεωργουλαίων), πλησίασε το Γερμανό αξιωματικό και μιλώντας του άπταιστα…ελληνικά αλλά και με νοήματα και κάποιες γερμανικές λέξεις, του έδωσε να καταλάβει ότι συμφωνεί με το Γερμανό φαντάρο. Ταυτόχρονα επαναλάμβανε και ο ίδιος «Απόστολο Γκουτ», «Απόστολο νιξ Κομμουνίστ»…
Ο αξιωματικός στην αρχή ήταν αρνητικός, σε λίγο έδειξε ότι προβληματιζόταν, τέλος και αφού οι παρακλήσεις συνεχίζονταν κι από τους δυο: Γερμανό και Έλληνα, διέταξε να βγάλουν από τη σειρά το Απόστολο Γεωργούλα. Τον οδήγησαν όμως στη φυλακή. Μετά από ολίγε μέρες τον άφησαν ελεύθερο. Δεν πρόλαβε όμως να χαρεί την «ελευθερία» και να προετοιμάσει την έξοδό του για να βουνά, όπου οι Αντάρτες διαβιούσαν τα τρία αδέρφια του, τον ξανάπιασαν και τον ξανάκλεισαν στη φυλακή. Βγήκε τελικά όταν απελευθερώθηκε το Αγρίνιο (14 Σεπτεμβρίου 1944)
Δεν ήταν όμως ο μοναδικός που γλίτωσε απ’τις ομαδικές εκείνες εκτελέσεις της Μεγάλης-Ματωμένης εκείνης Παρασκευής (14 Απριλίου 1944). Αρκετούς έβγαλαν από τη σειρά οι ίδιοι οι Γερμανοί (λόγω αναπηρίας, ηλικίας ή εμφανούς ασθένειας). Ενώ για συγκεκριμένους (μετά από το επεισόδιο με το Γεωργούλα), έσπευσαν να εγγυηθούν Αγρινιώτες από τους «επιστρατευμένους» στο τάγμα ασφαλείας που βρισκόταν εκεί για «Υπηρεσία».
Έτσι ο αριθμός των εκτελεσμένων μειώθηκε από 120 (που αναφέρεται στην ανακοίνωση των Γερμανών), σε 103 περίπου και τούτο επειδή ποτέ δεν εξακριβώθηκε (παρά τις έρευνες) ο ακριβής αριθμός των εκτελεσθέντων. Τότε, όσο διαρκούσε η κατοχή, οι οικογένειες δεν δήλωσαν την εκτέλεση από φόβο. Το ίδιο συνέβαινε για μερικούς και μετά την απελευθέρωση επειδή οι εκτελεσμένοι είχαν χαρακτηρισθεί (από τους Γερμανούς στην επίσημη ανακοίνωσή τους) ως Κομμουνιστές.
Το μεγάλο ομαδικό έγκλημα διαδόθηκε αμέσως στην πόλη του Αγρινίου, κυρίως από τους γείτονες που τα σπίτια τους είχαν οπτική προσπέλαση με τον τόπο του μαρτυρίου. Παρακολουθούσαν «σκιαγμένοι» και με πόνο ψυχής τα τεκταινόμενα πίσω από τις κλειστές γρίλιες των παραθύρων τους. Αρκετοί όμως συγγενείς που είχαν κρατουμένους στη φυλακή και ειδικότερα οι μανάδες τους, έτρεξαν-ύστερα από τις εξακολουθητικές ριπές των γερμανικών μυδραλίων-που ακούγονταν σ’ ολόκληρο το Αγρίνιο, στη φυλακή της Αγίας Τριάδας για να μάθουν…
Εκεί άλλοι μάθαιναν ότι οι δικοί τους είχαν κιόλας εκτελεσθεί, άλλοι τους έβλεπαν από μακριά να τους οδηγούν για εκτέλεση κι άλλοι βρίσκονταν σ’ αγωνία αν θ’ ακολουθούσαν και οι δικοί τους την τύχη των άλλων…Ορισμένες μανάδες όταν βεβαιώθηκαν ότι τα παιδιά τους είχαν εκτελεσθεί πήραν το δρόμο της επιστροφής για τα σπίτια τους (αφού δεν τις άφηναν να πλησιάσουν στο χώρο του ομαδικού τάφου). Περνούσαν από τους δρόμους κλαίγοντας γοερά τραβώντας τα μαλλιά τους και χτυπώντας το στήθος τους.
Γνωστοί Αγρινιώτες είδαν κι άκουσαν (πίσω από τις κλειστές γρίλιες των παραθυριών τους), να περνάν ολοφυρόμενες τις μανάδες του Μαργιώλη, του Τζαμίλη, του Κασσαγιάννη, του Αλεξανδρή, του Χατζηλευτέρη και άλλων. Βγήκαν στην πλατεία και είδαν κρεμασμένο (κι αγκάλιασαν τα πόδια του), τον αδερφό τους οι αδελφές του Πάνου Σούλου, καθώς και η αδερφή του Χρήστου Σαλάκου. Επίσης η γυναίκα, η θυγατέρα και ο μικρός γιος του Αβραάμ Αναστασιάδη είδαν σύζυγο και πατέρα κρεμασμένο στην πλατεία και γονάτισαν μπροστά στο άψυχο σώμα του!
Η Μεγάλη αλλά ματωμένη εκείνη Παρασκευή ήταν συννεφιασμένη και βροχερή. Μια βροχή όμως ψιλή κι απαλή σαν λάμα βουβό τ’ουρανού…Όσοι πήγαν το απόγευμα (το βράδυ δεν επιτρεπόταν η κυκλοφορία) στις εκκλησίες για να προσκυνήσουν τους επιτάφιους, θρηνούσαν τους πατριώτες που είχαν εκτελεσθεί το πρωί. Τους «τοποθετούσαν» νοερά πλάι στον Ιησού Χριστό που βρισκόταν ακόμα στο σταυρό Του.
Σε 48 ώρες από τις εκτελέσεις και τους απαγχονισμούς των πατριωτών ξημέρωσε η Κυριακή του Πάσχα. Ένα Πάσχα όμως διαφορετικό, μουντό και θλιμμένο για όλους. Οι Αγρινιώτες αντέδρασαν στο φοβερό και σταθμικό (για την σύγχρονη ιστορία τους) γεγονός σιωπηλά…με μια όμως παθητική αλλά γενική αντίσταση:
Δεν άναψε σε καμιά αυλή φωτιά.
Δεν ψήθηκε κανένα αρνί
ΜΕΡΙΚΑ ΑΠΟ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΠΟΥ ΕΚΤΕΛΕΣΤΗΚΑΝ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 14-4-1944
Αγγελάκης Γεώργιος,
Αδάμος Παναγιώτης,
Αλεξανδρής Κων/νος,
Αναστασιάδης Αβραάμ,
Αναστασίου Χρήστος,
Αντωνόπουλος Γεράσιμος,
Βίτσας Ιωάννης,
Βλάχας Αλέξανδρος,
Βλάχος Δημήτριος,
Γιάγκας Σπύρος,
Γιαννακάς Σπύρος,
Γράψας Βασίλειος,
Γυφτομήτρος Γεώργιος,
Δανιάς Γεώργιος,
Διαμαντής Γεώργιος,
Διαμαντής Ευάγγελος,
Ζήκας Βασίλειος,
Ζήκας Κων/νος,
Ζήκας Μιχάλης,
Καβγιούλας Ιωάννης,
Καλαμπόκας Γεώργιος,
Καλλίμαχος Σωτήριος,
Καλυβγιώτης Κων/νος,
Καρέλλος Θεόδωρος,
Καρφής Γεώργιος,
Κασαγιάννης Παναγιώτης,
Κατσάμπαλος Νικόλαος,
Κατσαρός Γεώργιος,
Κίτσος Χρήστος,
Κοκορόμπας Γεώργιος,
Κολοβός Χαράλαμπος,
Κουκουμέλας Βασίλειος,
Κουρούπης Αντώνιος,
Κούτρης Ευάγγελος,
Κυρελής Χρήστος,
Μαργιώλης Βασίλειος,
Μιχαλόπουλος Δημοσθένης,
Μπαρτσώκας Σταύρος,
Μπέλος Δημήτριος,
Μπλίτσας Κων/νος,
Νιάφας Απόστολος,
Νικολάου Χρήστος,
Ντελής Αλέξανδρος,
Ντελής Ιωάννης,
Ντελής Χρήστος,
Πανής Γεώργιος,
Πανής Ευάγγελος,
Παπαδήμας Σταύρος,
Παπαευθυμίου Ανδρέας,
Παπακωνσταντής Χρήστος,
Παπανίκος Ιωάννης,
Παπαπάνος Γεώργιος,
Παππάς Δημήτριος,
Παππάς Διονύσιος,
Παππάς Ιωάννης,
Παππάς Χαράλαμπος,
Πατσαούρας Γεώργιος,
Σαλάκος Χρήστος,
Σαμαντάς Χρήστος,
Σβόλης Χρήστος,
Σισμάνης Φώτιος,
Σκαρλάτος Ιωάννης,
Σκιαδάς Κων/νος,
Σοπικιώτης Βασίλειος,
Σοπικιώτης Νικηφόρος,
Σοπικιώτης Χαράλαμπος,
Σούλος Παναγιώτης,
Σταυράκης Χριστόφορος,
Σταυρόπουλος Σπύρος,
Σωκρατάκης Παναγιώτης,
Ταμπάκης Κων/νος,
Τζαμίλης Αντώνιος,
Τζίμας Γεώργιος,
Τζίμας Σπύρος,
Τσικώνης Γεράσιμος,
Τσίπης Βασίλειος,
Τσίρκας Κων/νος
Τσιτσώνης Σταμούλης,
Τσούτσης Δημήτριος,
Τσούτσης Μιλτιάδης,
Τσούτσης Μιχάλης,
Τσούτσης Χαράλαμπος,
Χαραλαμπίδης Παρασκευάς,
Χατζάρα Κατίνα,
Χατζηελευθερίου Νικόλαος,
Χολέβας Γεώργιος,
Χρήστου Αριστείδης,
Χριστάκης Γεώργιος
74 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ: παραμένει χαραγμένη ανεξίτηλα στη συλλογική μνήμη των Αγρινιωτών η Μεγάλη Παρασκευή, 14 Απριλίου του 1944............
Πέρασαν χρόνια από τη δραματική εκείνη Μεγάλη Παρασκευή του 1944, θυσία στο βωμό της λευτεριάς της Πατρίδας. Το Αγρίνιο πρόσφερε στην ιστορία της αγωνιζόμενης Ελλάδας το ολοκαύτωμα των 120 δολοφονημένων – εκτελεσμένων παιδιών του. Τους 117 στην Αγία Τριάδα και τους 3 κρεμασμένους στην Κεντρική Πλατεία Αγρινίου : Πάνο Σούλο – Χρήστο Σαλάκο – Αβραάμ Αναστασιάδη.
Μεγάλη Παρασκευή 1944 : ο Αβραάμ Αναστασιάδης κρεμασμένος στη κεντρική πλατεία Αγρινίου |
Το σημείο που κρέμασαν τον Αβραάμ Αναστασιάδη
Τότε που οι Γερμανοί κατακτητές, απαντώντας με αντίποινα για το σαμποτάζ ανταρτών του ΕΛΑΣ αποφάσισαν και εκτέλεσαν 117 κρατούμενους αγωνιστές. Τούς τρείς, τον Πάνο Σούλο, τον Χρήστο Σαλάκο και τον Αβραάμ Αναστασιάδη τους κρέμασαν στην πλατεία Μπέλλου, τη σημερινή πλατεία Δημοκρατίας.Οι δύο πρώτοι ήσαν μέλη της ΕΠΟΝ, ο τρίτος συνταξιούχος της Αγροτικής Τραπέζης. Είχε προηγηθεί όπως αναφέρθηκε, την 9-4-1944 ενέδρα των ανταρτών του ΕΛΑΣ σε σημείο μεταξύ των χωριών Σταμνάς και Αγγελοκάστρου όπου έγινε ανατίναξη της αμαξοστοιχίας που κινούνταν από Κρυονέρι προς Αγρίνιο και μετέφερε πολεμικό υλικό και καύσιμα, συνοδευμένη από Γερμανούς στρατιώτες, με μεγάλες απώλειες για τους Γερμανούς.
Η Κατούνα της Αντίστασης: Εννιά (9) Κατουνιώτες εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς μαζί με τους 120 πατριώτες στο Αγρίνιο
Σε αυτό τον αγώνα η Κατούνα έχει το δικό της σημαντικό μερτικό αίματος προσφοράς στην Πατρίδα. Στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής τα Ξηρομερίτικα παλικάρια συνέβαλαν αποφασιστικά να παραμείνει η Κατούνα η ψυχή του Ξηρομέρου και της Αντίστασης.
Όλοι τους πραγματικά παλικάρια, σε νεαρά ηλικία. Φορτώθηκαν στα γερμανικά αυτοκίνητα και οδηγήθηκαν στις φυλακές τις Αγίας Τριάδας Αγρινίου. Τα εννέα παλικάρια που συνελήφθησαν τότε στη Κατούνα, συμπλήρωσαν τον αριθμό των 120 του Αγρινίου και εκτελέσθηκαν στο Αγρίνιο την Μ. Παρασκευή του 1944, είναι τα παρακάτω:
1. Ταμπάκης Κων/νος του Δημητρίου
2. Σαμαντάς Χρήστος του Αλεξάνδρου
3. Καρέλος Θεόδωρος (Λόλος) του Αθανασίου
4. Τσικώνης Γεράσιμος Του Δημητρίου
5. Παπακωνσταντής Χρήστος του Αλεξάνδρου
6. Βλάχας Αλέκος του Βασιλείου
7. Μπλίτσας Κωνσταντίνος Πέτρου
8. Κοκορόμπας Γεώργιος του Αθανασίου
9. Τσιτσώνης Σταμούλης του Γεωργίου
Όλοι οι Ξηρομερίτες, ευγνωμονούν και υποκλίνονται ευλαβικά στην μνήμη τους.
Για τους πεσόντες στην κατοχή Αγρινιώτες και όλους τους Ρωμιούς – θύματα του ναζισμού
Του Γιάννη Ρίτσου |
Τόπος ιερός, εδώ που οι αντίχριστοι ξανασταύρωσαν το Χριστό και την Ελλάδα, κ' είταν Παρασκευή Μεγάλη, 14 του Απρίλη, και κει που η γης ανάβρυζε κρινάκια, παπαρούνες χαμομήλια για το Πάσχα σκάφτηκαν τάφοι και στους τάφους δε χωρούσαν οι λεβέντες, και μες στα σπλάχνα δε χωρούσε τόσος πόνος.
Κι' είταν το Αγρίνι ολάκερο ένας Επιτάφιος μ' όλα του τα κεριά σβησμένα. Κι αντίς καμπάνες απ' τον όρθρο ως το σπερνό, ντουφεκιές ακούγονταν, κ' οι κρεμασμένοι σάλευαν σαν καβαλάρηδες του ανέμου κ' έφευγαν πάνω απ' το χρόνο και μες στο απόβροχο, τη νύχτα της Ανάστασης, τ' άστρα που βγήκανε, λάμψη δεν είχαν κ' είτανε τ' άστρα σα βρασμένο στάρι για τα κόλλυβα των σκοτωμένων, στάρι πιτσιλισμένο μαύρη ζάχαρη, μαύρη σταφίδα, μαύρο ρόϊδι, και στις αυλές, την άλλη μέρα, αντίς αρνιά να ψήνονται, τραγούδια ν΄αντηχούνε, κ' ήλιοι τα πορτοκάλια, μες απ' τα πλυμένα φύλλα, να φωτίζουν του χορού τις δίπλες, μουγκός ο θρήνος και μουγκή η κατάρα πνίγονταν μες στης σκλαβιάς το μαύρο φόβο,
'Αϊ, μανάδες Αγρινιώτισσες, τι μαύρο πουν' το μαύρο χρώμα,
η μαύρη νύχτα και το μαύρο σας σταυροδετό τσεμπέρι, το κυπαρίσσι της σιωπής στο μαύρο κορφοβούνι ως και της λεμονίτσας τ' άσπρα λουλουδάκια μαύρισαν κ' εκείνα ως και το κόκκινο αίμα των παιδιών σας μαυρολογούσε πάνω στα λιθάρια.
'Αϊ, μανάδες Αγρινιώτισσες, μαύρος καημός που βόσκησε τα φύλλα της καρδιάς σας, όμως το γαίμα των παιδιώνε σας βγαίνει πάνω απ' το μαύρο κόκκινο της θυσίας, της αγρύπνιας κόκκινο, κόκκινο της αυγής και της ελπίδας, το κόκκινο της λευτεριάς, κόκκινο κατακόκκινο.
Βάφει τ' αυγά της νέας Λαμπρής και του μπαξέ σας τα τριανταφυλλάκια, βάφει και τα πουκαμισάκια τους τα τρυπημένα από τα βόλια και τα πουκαμισάκια τους πλατειές σημαίες αγερολάμνουν κ' οι νιοι λεβέντες τα κρατούν και παν μπροστά στην ιστορία.
Και νάτοι ολόμπροστα, να ο Χρήστος, κι ο Αβραάμ, νάτος κι ο Πάνος, Νάτος κι ο κάπταν Λίας, να κι ο Πάσχος, 19 χρονώ παλληκαράκι, νάτοι οι 120 Αγρινιώτες μπρος στην μάντρα της Αγιά Τριάδας, να κ' οι 55 εκεί στο σταυροδρόμι που περνάει το τραίνο Αγρίνι-Μεσολόγγι, φορτωμένο μήλα, να κ' οι 200 της Πρωτομαγιάς στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής με τις αγριομολόχες, να το προσφυγολόι της Κοκκινιάς με τα μεγάλα δαφνοκλάδια της Δημοκρατίας να και το Δίστομο, το Κούρνοβο, και τα Καλάβρυτα με τα κομμένα σπίτια, νάτος κι ο Γοργοπόταμος- με το γιοφύρι του σαν κόκκινο άλογο ορθωμένο, να κ' οι αγωνιστές του21 και οι άλλοι πριν, κ' οι άλλοι μετά, παιδιά μας, τα παιδιά μας με σημαίες μεγάλες.
Μπροστά, μπροστά, κατά μπροστα, μέσα στο φως που πρόβαλε μεγάλο απ' τις πληγές τους, μπροστά, μπροστά, φωνάζοντας: εκεί που η Λευτεριά ανατέλλει απ' το αίμα μας, θάνατος δεν υπάρχει.
Λοιπόν μην κλαίτε μάνες Αγρινιώτισσες, θάνατος δεν υπάρχει μόνο τα χέρια δώστε, αδέλφια μου, να βασιλέψει ειρήνη, ν' ανθίσει γέλιο στις ματιές, να λάμψει ο κόσμος όλος,
κι όλος ο κόσμος μια φωνή να τραγουδήσει: Ειρήνη, Ειρήνη, Ειρήνη.
Αθήνα, 4 - 80
Γιάννης Ρίτσος
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Δ. ΚΟΥΤΙΒΗΣ